Το τραγουδι του Φοινικα

Ταινία μεταμορφώσεων και διαρκούς αυτοπαρατήρησης – ενδοσκόπησης, το ‘Τραγούδι του Φοίνικα’, που όπως υποδηλώνει και ο πρωτότυπος τίτλος του (‘Phoenix’), επιχειρεί να κατανοήσει και να επαναπροσδιορίσει την αλλοιωμένη εμφάνιση μιας Εβραίας επιζήσασας (μικρή εικόνα) αλλά και την ενοχική ταυτότητα που κουβαλάει, στις γκρεμοτσακισμένες πλάτες της, μια ολόκληρη χώρα (μεγάλη εικόνα). Μετά τη λήξη του πολέμου, η διασωθείσα Νέλλη (Νίνα Χος), θα φυγαδευτεί εκτεταμένα τραυματισμένη από τα αποτροπιαστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης σ’  ένα αγνώριστο και ισοπεδωμένο Βερολίνο. Ευθύς αμέσως, με την αμέριστη συνεισφορά της Λένε (Νίνα Κούνζεντορφ) θα  βρεθεί στο χειρουργείο για να αποκαταστήσει ολικά, το συντριπτικά κατεστραμμένο της πρόσωπο. Μόλις θα αρχίσει να συνέρχεται, θα επιχειρήσει να αναζητήσει κάτω από τα χαλάσματα και τα κάθε λογής συντρίμμια και αποβράσματα που θα συναντήσει, τον άντρα που ακόμη μνημονεύει και αγαπά. Είναι πεπεισμένη πως ο Τζόνι (Ρόναλντ Ζέφελεντ), ο σύζυγος  που άφησε πίσω της, παραμένει ζωντανός και την περιμένει με ανυπομονησία. Η επιθυμία της αυτή, αγγίζει την εμμονή και θα την οδηγήσει σε λανθασμένες και επικίνδυνες ατραπούς, μόνο και μόνο, για να ξαναγεννηθεί με αποφασιστικό τρόπο από τις μισοκαμμένες στάχτες που κουβαλάει.

Ήδη από την πρώτη σκηνή της ταινίας, ο σκηνοθέτης Κρίστιαν Πέτσολντ, δίνει το σκοτεινό και αλληγορικό στίγμα που θα έχει η ταινία. Στην ημιφωτισμένη συνάντηση που θα έχει η Νέλλη με τους συνοριακούς στρατιώτες προσπαθεί να κρύψει κάτω από αιματοβαμμένες γάζες το αποκρουστικό και βαριά τραυματισμένο της πρόσωπο, το ίδιο και ο σκηνοθέτης. Όταν ένας δύσπιστος, περιπαικτικός στρατιώτης θα ζητήσει να αποκαλυφθεί το λαβωμένο αυτό πρόσωπο, ο σκηνοθέτης θα το προσεγγίσει και θα αποστρέψει το φακό. Η Νέλλη θα αρχίσει να ξετυλίγει με αργό και οδυνηρό τρόπο τις γάζες από το πρόσωπο της και εμείς θα παρακολουθήσουμε τον αντίκτυπο που μια τέτοια ενέργεια θα έχει στο ανυποψίαστο και επικίνδυνα αφελές πρόσωπο του στρατιώτη. Μια αντίδραση που θα προκαλέσει ντροπή και αποτροπιασμό, γι’ αυτό που θα συναντήσει. Στο μεταπολεμικό Βερολίνο, τέτοιες πράξεις δεν έχουν γίνει γνωστές ή κατανοητές και το πρόσωπο της λειτουργεί σαν καθρέφτης για τις αποκρουστικές και βάρβαρες πράξεις των ομοεθνών. Η Νέλλη, δίνει την εντύπωση πως είναι ένα χαμένο φάντασμα που έρχεται από το πουθενά για να κοινωνήσει ότι έχει συμβεί.

Phoenix_1

Σε ολόκληρο το πρώτο μέρος, η Νέλλη, επιθυμεί να αναγνωρίσει στο αποκατεστημένο της πρόσωπο, τον παλιό της εαυτό. Τον ψάχνει στις υποσημειωμένες φωτογραφίες με τους αγαπημένους της φίλους, που είτε ακολούθησαν το ναζιστικό καθεστώς, είτε σκοτώθηκαν στην προσπάθεια τους να το αντιμετωπίσουν, τον αναζητά στο κατεστραμμένο από τον πόλεμο συζυγικό σπίτι, τον παρατηρεί στον παραμορφωτικό καθρέφτη της προσωρινής της διαμονής. Ένα θαμπό και ταλαιπωρημένο πρόσωπο, που δυσκολεύεται να διακρίνει την αποκρουστική πραγματικότητα από την ειδυλλιακή φαντασίωση, την ανομολόγητη αλήθεια από το γεμάτο υπεκφυγές ψέμα, την ενοχή στο έγκλημα από τη συνενοχή στην απόκρυψη. Δυσκολεύεται να αποχωριστεί το παρελθόν της, γιατί της έδωσε ελπίδα και την κράτησε στη ζωή, στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Γρήγορα όμως, οι περιστάσεις θα της υποδείξουν πως το λησμονημένο της πρόσωπο δεν έχει καμία σχέση και θέση στο παρόν που επιχειρείται να οικοδομηθεί εκ του μηδενός. Η Λένε που είναι και αυτή Εβραία, της αναφέρει συνεχώς, πως πρέπει  να εγκαταλείψουν τη χώρα και να δημιουργήσουν το δικό τους κράτος στο Τελ Αβίβ ή στην Χάιφα. Με οργή και πόνο στην καρδιά της, επιθυμεί να πάρουν πίσω τις ζωές που τους κλέψανε. Η Νέλλη όμως, θα επιλέξει να περιπλανηθεί και θα παρασυρθεί μέχρι να βρει το κατάλληλο μονοπάτι που θα την οδηγήσει στην αλήθεια.

Ο Κρίστιαν Πέτσολντ, αξιοποιεί δημιουργικά τις κινηματογραφικές του επιρροές και από το εξπρεσιονιστικό, υποδόριο, μεταπολεμικό περιβάλλον του Κάρολ Ριντ (‘Τρίτος Άνθρωπος), σταδιακά οδηγούμαστε στην αυτοκαταστροφική εμμονή και την ερωτική προσήλωση του Άλφρεντ Χίτσκοκ (‘Δεσμώτης του Ιλίγγου’). Η περιπλάνηση της Νέλλη στα θεοσκότεινα και ισοπεδωμένα σοκάκια του Βερολίνου θα είναι αγωνιώδης και ιδιαίτερα ατμοσφαιρική. Η ηρωίδα μας, θα αψηφήσει κυριολεκτικά τον κίνδυνο μέχρι να βρει τον πολυαγαπημένο της Τζόνι. Το πέρασμα της από ένα καταγώγιο με την ονομασία ‘Φοίνικας’ θα είναι αρκετό για να την μεταμορφώσει σε κάτι διαφορετικό από αυτό που θα ήθελε να είναι. Η συνάντηση της με τον Τζόνι δεν θα είναι ακριβώς αυτή που οραματιζόταν, θα είναι όμως αρκετή για να διατηρήσει την προσδοκία και την ερωτική της παρόρμηση, ζωντανή. Στο μαγαζί αυτό, οι ήρωες θα κοντοσταθούν και θα κοιταχθούν κατάματα χωρίς να μπορούν να διακρίνουν την αλήθεια. Από την πρώτη στιγμή, όμως, οι προθέσεις του καθενός θα είναι εκεί για να τους προϊδεάσουν για τη συνέχεια. Ο Πέτσολντ, σκηνοθετεί αυστηρά και με σαφήνεια τα πλάνα αυτά, χωρίς να παρασύρεται από τη μειωμένη διαύγεια και την ευκολία της παραίσθησης.

Phoenix_2

Ο Κρίστιαν Πέτσολντ, επιδεικνύει σκηνοθετική εγκράτεια στις δημιουργικές  του επιλογές. Ενδεχομένως, λίγο μεγαλύτερη ελευθερία και αφαίρεση να έκανε πιο σύνθετο και λιγότερο αυτονόητο ή ευπαρουσίαστο το υλικό. Παρόλα αυτά, οι τετριμμένες συνέπειες πολλών εκ των πραγμάτων που αποφασίζει να θίξει, θα παραμείνουν σοφά εκτός πλάνου. Αυτό που προέχει στο ‘Τραγούδι του Φοίνικα’, εκτός από κάποιες απαραίτητες απαντήσεις, είναι να εγκλωβίσει το θεατή μαζί με την αμήχανη ηρωίδα, και να τον αναγκάσει να ακολουθήσει το αμφίσημο μονοπάτι που θα την οδηγήσει στην αυτογνωσία. Το τι θα αναμοχλεύσει ο κάθε θεατής από αυτή τη διαστρεβλωμένη διαδρομή βρίσκεται στη διακριτική του ευχέρεια. Ο Πέτσολντ, φροντίζει να του αποκαλύψει όσα εκείνος επιθυμεί, όσα εκείνος είναι σε θέση να κατανοήσει. Ακόμη και σ’ ένα πρώτο επίπεδο να την δει και να την ερμηνεύσει κανείς, η ταινία είναι ολοκληρωμένη. Είναι, όμως, στο δεύτερο επίπεδο που η ταινία παρουσιάζει ενδιαφέρον και αναπτύσσει ολόκληρη τη συνειδησιακή και ενοχική της προβληματική μέσα από το πρίσμα μιας ψυχολογικής, ερωτικής εμμονής. Στα θετικά και το γεγονός πως δεν εκβιάζει το  συναίσθημα των θεατών και δεν οδηγείται σε θερμόαιμες επιλύσεις.

Η ίδια, η διεύθυνση φωτογραφίας του Χάνς Φρομ, είναι εκ των βασικών πρωταγωνιστών της ταινίας. Δεν είναι μόνο η σκοτεινή καταχνιά με την οποία περιτυλίγει τους ζοφερούς δρόμους του Βερολίνου, αφήνοντας κυριολεκτικά ελάχιστα σημεία φωτεινής επισήμανσης ή διαφυγής. Ούτε ο ατμοσφαιρικός τρόπος με τον οποίο, αξιοποιεί χρωματικά τις ελάχιστες ερυθρές αποχρώσεις στο τζαζ νυχτερινό κέντρο ή τα γήινα χρώματα με τα οποία διαποτίζει το υπόγειο κρησφύγετο – κατάλυμα. Είναι η απόφαση του, να δώσει υλική υπόσταση και να απεγκλωβίσει φευγαλέα τις σκιές από το πνιχτό σκοτάδι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, η Νέλλη, αναζητεί σαστισμένη τον χαμένο της παρελθόν είναι όμως, η σκιά της που κινείται επιδέξια και αθόρυβα στα σκοτάδια. Η αποφασιστική ορμή με την οποία θα περιπλανηθεί στα κακόφημα στενά, αλλά και η στοιχειωτική εμφάνιση που θα πραγματοποιήσει στο σπίτι της Λένε αποτυπώνονται με υποβλητικό τρόπο στον κινηματογραφικό φακό, δίνοντας απόκοσμες διαστάσεις στην ιστορία της Νέλλη. Οι λίγες στιγμές που θα δουν το φως της ημέρας ή θα αντικρίσουν ένα καταπράσινο τοπίο, έρχονται σαν ζωντανή υπενθύμιση πως ο κόσμος συνεχίζει να υπάρχει και να πορεύεται ακόμη και μετά από μια τέτοια καταστροφή.

August .2013 Dreharbeiten zum CHRISTIAN PETOLD Film PHÃNIXmit Nina Hoss , Ronald Zehrfeld und Nina Kunzendorf

Η Νίνα Χος, η πολυαγαπημένη, ταλαντούχα μούσα του σκηνοθέτη (έχει πρωταγωνιστήσει στις περισσότερες δημιουργίες του Πέτσολντ) υποδύεται με ισχυρή αυτοπεποίθηση και σταθερά πατήματα την πολλαπλά (ψυχικά και σωματικά) τραυματισμένη ηρωίδα της. Ο τρόπος που η Νέλλη αποζητά απεγνωσμένα το παρελθόν της, δίνει την ευκαιρία στη Χος να σκιαγραφήσει με πειστικότητα ένα πραγματικά χαμένο και τρομοκρατημένο ανθρώπινο πλάσμα. Στο απλανές βλέμμα των πρώτων λεπτών, θα αισθανθούμε και εμείς την αγωνία και την αβεβαιότητα που βιώνει, η Νέλλη. Κυρίως όμως, είναι ο σπαραχτικός και εγκάρδιος τρόπος με τον οποίο θα αποφασίσει να επαναδιεκδικήσει το σύντροφο της, που δίνει την ευκαιρία στην Νίνα Χος να εμποτίσει με ακράτητο συναίσθημα μα συγκρατημένο ερωτισμό, την Νέλλη. Ο χαρακτήρας της πάλλεται από έρωτα για τον Τζόνι, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που θα ταπεινωθεί συνειδητά. Η μυητική, βασανιστική δοκιμασία που θα υποστεί θα είναι επειδή τον αγαπάει και επειδή επιθυμεί να τον ξανακερδίσει. Αυτό που αγνοεί όμως, είναι πως το πραγματικό τίμημα που απαιτείται για μια, αμφιβόλου αποτελέσματος, διαδικασία είναι πολύ πιο υψηλό από τη συναισθηματική της εμπλοκή και την κατασκευασμένη της ψευδαίσθηση. Τόσο που ούτε ο δικός της ο νους δεν θα μπορέσει να το συλλάβει και να το αποδεχθεί. Αποφεύγοντας τις ερμηνευτικές υπερβολές, η Νέλλη, ξεχειλίζει από θολωμένη κρίση και ερωτική προσμονή, λίγο πριν οδηγηθεί από πικρή απογοήτευση σε μια ρωμαλέα αποκάλυψη.

Οι υπόλοιποι χαρακτήρες χωρίς να εντυπωσιάζουν, στέκονται ικανοποιητικά στο πλευρό της Νίνα Χος. Η Νίνα Κούνζεντορφ, στο ρόλο της Λένε, είναι αυτή που αναλαμβάνει το δύσκολο έργο της αποκατάστασης και συμβουλευτικής καθοδήγησης της βασικής ηρωίδας. Η Λένε, είναι μια εξαιρετικά δραστήρια και μαχητική Εβραία, μόνο που θα αποδειχθεί πολύ πιο ευάλωτη και εύθραυστη, απ’ ότι αρχικά θα εκτιμηθεί. Ο συσσωρευμένος θυμός και ο ανυποχώρητος πόνος θα την κατακλύσουν ανεπανόρθωτα. Ο Ρόναλντ Ζέφελεντ, υποδύεται χωρίς την κατάλληλη εμβάθυνση μα με διεκπεραιωτικό τρόπο τον πονηρό Τζίμι, τον διακαή πόθο της Νέλλη. Η συνεισφορά του δεν θα είναι πολύτιμη για να κατανοήσουμε τα κίνητρα που κρύβονται πίσω από την παραπλανητική πράξη που ετοιμάζει, αλλά τον χαρακτήρα της Νέλλη. Η πνευματική τύφλωση που έχει προκαλέσει το ιδεολογικό παρελθόν του Τζίμι, τον έχει μετατρέψει σ’ ένα απαθές και μαρμαρωμένο ον. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί κάνουν ένα σύντομο, υποστηρικτικό πέρασμα από την ταινία.

Phoenix_4

Σε μια αριστοτεχνικά σκηνοθετημένη, καλοκουρδισμένη σκηνή κορύφωσης, ο κάθε ένας από τους παραπάνω χαρακτήρες, θα φέρει εις πέρας τον προσχηματικό ρόλο που του έχει ανατεθεί. Λες και μια αόρατη, πανίσχυρη δύναμη που μηχανορραφεί, κινεί τα νήματα ενός περιπλανώμενου και αποπροσανατολισμένου θιάσου τσαρλατάνων. Απώτερος σκοπός να τους οδηγήσει στο μεταβατικό εκείνο σημείο, όπου το θολό όριο ανάμεσα στη ματαιότητα του ‘φαίνεσθαι’ και την καταισχύνη του ‘είναι’, δείχνει να έχει αποσαφηνιστεί απόλυτα. Ότι θα παρελάσει μπροστά από την κινηματογραφική οθόνη, αποτελεί μια απέλπιδα πράξη να αποκατασταθεί η αδικία και να επανέλθει η μνήμη. Ένα επί μέρους, ψυχρά εκτελεσμένο, σχέδιο απάτης και επικείμενης διαφυγής θα είναι μόνο η αφορμή, για να έρθει ξανά σε επαφή η ασυνείδητη ανθρώπινη φύση με το άκαμπτο και απάνθρωπο προσωπείο, που από καιρό υποθάλπει και συντηρεί. Αυτό, που προηγουμένως, έχει φροντίσει να παραμορφώσει την αλήθεια για να αποφύγουν οι υπαίτιοι τις συνέπειες των αξιόποινων πράξεων τους.

Στο τεντωμένο σκοινί της συνειδητοποίησης και της παραδοχής των γεγονότων, οι ήρωές μας, θα επιχειρήσουν να ακροβατήσουν. Κάποιοι θα τα καταφέρουν και θα περάσουν απέναντι (όχι πάντως αλώβητοι), άλλοι πάλι θα χάσουν την επισφαλή ισορροπία τους και θα καταβαραθρωθούν. Ένα όμορφο και αισθαντικό τραγούδι που θα εκτελεστεί ζωντανά (το κλασσικό ‘Sleep Low’ του Kurt Weill, ερμηνευμένο εξαιρετικά από την ίδια, τη Νίνα Χος), θα χλευάσει με δηκτικό τρόπο την υποκρισία των παρευρισκομένων, ενώ ταυτόχρονα θα προοικονομήσει με διακριτικό – συμβολικό τρόπο την κατάληξη μιας ερωτικής σχέσης. Στην υπέροχη αυτή σκηνή, η Νέλλη, θα αναγεννηθεί για ακόμη μια φορά από τις στάχτες της και από ένα ασθενικό και ακαθόριστο πλάσμα θα μεταμορφωθεί σε μια αποφασιστική και συνειδητοποιημένη γυναίκα. Με αυτό τον τρόπο, ο Κρίστιαν Πέτσολντ θα ολοκληρώσει την πιο πολυεπίπεδη και ενδιαφέρουσα ταινία της φιλμογραφίας του και οι θεατές θα βιώσουν την ανυποχώρητη προσπάθεια μιας Εβραίας επιζήσας να αναγνωριστεί ως Γερμανίδα, την προσπάθεια μιας χώρας να ανασυνταχθεί μέσα από την απεχθή φρίκη που προκάλεσε χωρίς να έχει τη θέληση και το θάρρος να αντιμετωπίσει την τρομαχτική αλήθεια κατάματα.

 

Share