Αληθεια, ειμαστε ολοι Charlie Hebdo;
Στο κόκκινο χαλί της 72ης απονομής των φετινών χρυσών σφαιρών, η καθιερωμένη παρέλαση των ακριβοπληρωμένων σταρ προς στιγμήν έλαβε πολιτικά χαρακτηριστικά. Ο φωτογραφικός φακός εκτός από τα λαμπερά χαμόγελα, τις φανταχτερές τουαλέτες και τα σικάτα κοστούμια επώνυμων σχεδιαστών, συνέλαβε πλακάτ, κονκάρδες και στυλό με την επιγραφή ‘Je Suis Charlie’. Κάτι που φρόντισε και ο ‘πολιτικοποιημένος’ γόης του Χόλυγουντ, Τζορτζ Κλούνεϊ, να μας το υπενθυμίσει λίγη ώρα αργότερα όταν ανέβηκε στο πόντιουμ για να παραλάβει βραβείο συνολικής προσφοράς: ”Σήμερα ήταν μια εξαιρετική μέρα, εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους όχι μόνο στο Παρίσι αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Χριστιανοί, Εβραίοι και μουσουλμάνοι αλλά και αρχηγοί κρατών. Και δεν κάνανε πορεία σε ένδειξη διαμαρτυρίας, κάνανε πορεία για να στηρίξουν την ιδέα πως δεν θα περπατάμε με φόβο. Δεν θα το κάνουμε! Οπότε, είμαστε όλοι Charlie.”
Πράγματι, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τα 3 περίπου εκατομμύρια που συγκεντρώθηκαν στην πλατεία της Δημοκρατίας στο Παρίσι (και αλλού) μπορεί να παρέλασαν λιγότερο φανταχτερά στείλανε, όμως, ένα ηχηρό και ενοποιητικό μήνυμα σε κάθε τηλεοπτικό δέκτη της υφηλίου. Για λίγες ώρες, αυτή η – όχι και τόσο αυθόρμητη – μαζική πορεία αλληλεγγύης υπερκέρασε θρησκευτικά μίση και πολιτικές έριδες. Στην κορυφή της, όμως, η πορεία θύμιζε ακριβώς τους λόγους για τους οποίους κυριαρχούν διχαστικές και αδιέξοδες πολιτικές και μαίνονται ένοπλες συγκρούσεις παγκοσμίως. Η ειλικρινής πράξη των πολιτών ωχριούσε μπροστά στην υποκριτική και προσωρινά κατευναστική κίνηση των σφιχταγκαλιασμένων πολιτικών ηγετών.
Στο κέντρο της συμβολικής ηγετικής αλυσίδας, η πανίσχυρη Καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, συνόδευε τον αλαφροΐσκιωτο Γάλλο Πρόεδρο, Φρανσουά Ολάντ. Ενώ από κοντά βρισκόταν ο αμφιλεγόμενος Πρόεδρος της Ουκρανίας, Πέτρο Ποροσένκο και ο Πρόεδρος της διεφθαρμένης Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούγκερ. Στην πορεία δεν παρέλειψαν να δώσουν το παρών τόσο ο επεκτατιστής Πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμήν Νετανάχιου όσο και ο Πρωθυπουργός της φιμωμένης Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου. Στα άκρα της αλυσίδας, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς με τον Ισπανό ομόλογο του, Μαριάνο Ραχόι, αξιολύπητοι και οι δύο μάλλον θα συζητούσαν για τις χρεοκοπημένες οικονομίες, τις ετοιμόρροπες κυβερνήσεις και τα τείχη της ντροπής. Φράχτες που αμφότεροι έχουν αποδεχθεί να σηκώσουν χωρίς να έχουν άλλη ευρωπαϊκή επιλογή. Ή μήπως είχαν αλλά αυτοί μέσα στην ακραία ρητορεία των κομμάτων τους επέλεξαν την πιο απάνθρωπη και την πιο φασιστική λύση;
Μέσα από την παραπάνω, πρωτόγνωρη κινητοποίηση, η λαβωμένη Γαλλία επιχειρούσε να τονώσει το σοκαρισμένο της Εγώ. Για το σκοπό αυτό, επιστρατεύθηκαν πρωθυπουργοί, πρόεδροι και εκπρόσωποι, κυρίως, ευρωπαϊκών κρατών που έχουν και τους δικούς τους λόγους να ανησυχούν. Οι αιματοχυσίες είναι πολλές και οι ευθύνες τους βαραίνουν. Προηγουμένως, φρόντισαν ώστε η Συρία να σφυροκοπηθεί ανελέητα χωρίς να χρειαστεί η δική τους (χερσαία) επέμβαση. Το μισητό καθεστώς Άσαντ έπεσε με την αλόγιστη προμήθεια δυτικών όπλων στα χέρια εξεγερμένων, αντικαθεστωτικών ή μισθοφόρων ακραίων ισλαμιστικών οργανώσεων. Αυτοί που κατατρώνε τις σάρκες ουκ ολίγον χωρών (Ιράκ, Αφγανιστάν, Μάλι, Λιβύη) βάλθηκαν να μας προστατέψουν και για να το πετύχουν αυτό θα οχυρώσουν ακόμη περισσότερο τους πολίτες τους στις ολοένα και πιο μικρές φυλακές τους. Τα τείχη που σήκωσαν για τους μετανάστες (εσωτερικούς και εξωτερικούς) δεν θα είναι αρκετά. Το προσεχές διάστημα, χιλιάδες παροπλισμένοι αστυνομικοί θα βγουν στους δρόμους, προηγμένα συστήματα ασφαλείας θα τεθούν σε λειτουργία και ανεξέλεγκτοι έλεγχοι παρακολούθησης θα δοκιμαστούν χωρίς φειδώ, προκειμένου να εξασφαλιστεί πως οι εν λόγω ηγέτες θα είναι σε θέση να μας προστατέψουν από όσα τρομοκρατικά χτυπήματα έχουν σχεδιαστεί να γίνουν. Και οι πολίτες μέσα στον πανικό τους θα βροντοφωνάζουν, ενωμένοι σαν γροθιά, ‘Je Suis Charlie’. Η ελευθερία του λόγου θα έχει θριαμβεύσει εις βάρος της ελευθερίας και των ίσων δικαιωμάτων και ευκαιριών ενώ η προστασία των πολιτών θα έχει εξαγοραστεί και πάλι με τα όπλα των αιματοβαμμένων πολυεθνικών.
Σάμπως, να μην το γνώριζαν όλο αυτό οι Ευρωπαίοι ηγέτες τη στιγμή που στο βωμό μιας οικονομικής ελίτ έχουν απολέσει με χαρακτηριστική άνεση κάθε δείγμα ανθρώπινης αξίας; Γι’ αυτές τις αξίες οι Ευρωπαίοι πολίτες και οι κυβερνήσεις που διαδοχικά εκλέγουν δεν κατέβηκαν κατά ορδές στους δρόμους, ούτε για τις εκατομμύρια χαμένες θέσεις εργασίας, ούτε για τα υψηλά ποσοστά φτώχειας και εξαθλίωσης, ούτε για τους περιθωριοποιημένους μουσουλμάνους μετανάστες που σιγοβράζουν σε κάθε παραμελημένο προάστιο αυτής της ηπείρου. Για τους τελευταίους ποτέ δεν νιώσανε την ανάγκη να προσφέρουν κανένα χέρι βοηθείας, το πράξανε μόνο όταν χρειάστηκε να τους εκμεταλλευθούν.
Το 1995, στο 48ο φεστιβάλ των Καννών, μια ταινία σόκαρε και προκάλεσε όσο καμία άλλη τους φιλήσυχους και ανυποψίαστους θεατές. Το αριστουργηματικό ‘Το Μίσος’ του Ματιέ Κασοβίτς εξερράγη σαν βραδυφλεγής μολότοφ στην οθόνη. Και δεν είναι μόνο η πρωτόγνωρη σκηνοθετική ορμή με την οποία ο Κασοβίτς συστήθηκε σ’ ένα μικροαστικό γαλλόφωνο και μη κοινό αλλά και η σοκαριστική αλήθεια με την οποία έντυσε τις ασπρόμαυρες εικόνες του. Ο Κασοβίτς δεν φοβήθηκε να διεισδύσει στα προάστια, να παρουσιάσει μια πολύ πιο βίαιη παράταιρη πραγματικότητα και να προφητέψει όλο αυτό το κύμα οργής και αγανάκτησης που ετοιμαζόταν να ξεχυθεί ανεξέλεγκτα στους δρόμους της Γαλλίας δέκα χρόνια μετά.
Τον Οκτώβριο του 2005, τα υποβαθμισμένα προάστια στο ανατολικό Παρίσι παραδόθηκαν στις φλόγες. Αφορμή στάθηκε ο άδικος θάνατος δύο νεαρών μεταναστών (από το Μάλι και την Τυνησία) και ο τραυματισμός ενός τρίτου (με κουρδικές ρίζες), όταν στην προσπάθεια τους να προφυλαχθούν και να αποφύγουν τον εξονυχιστικό και πολύωρο έλεγχο των αστυνομικών δυνάμεων που διεξήγαγαν έρευνα για μια ληστεία, κρύφτηκαν σε έναν ηλεκτρικό υποσταθμό με αποτέλεσμα να πεθάνουν από ηλεκτροπληξία. Ότι επακολούθησε τις επόμενες μέρες δεν είχε προηγούμενο και η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο όταν ο τότε Υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας, Νικολά Σαρκοζί, αντί να κατευνάσει την κατάσταση την πυροδότησε ακόμη περισσότερο με το να τους χαρακτηρίσει αλήτες. Η ολιγωρία του Πρόεδρου Ζακ Σιράκ και η καθυστέρηση στην απόδοση των όποιων ευθυνών είχε σαν αποτέλεσμα τα βίαια επεισόδια να εξαπλωθούν και σε άλλες γαλλικές πόλεις (Μασσαλία, Λυών, Τουλούζ, Ρουέν). Η χώρα κηρύχτηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και η μια μετά την άλλη πόλη απαγόρευσε την κυκλοφορία μετά τη δύση του ηλίου προκειμένου να ελεγχθεί η κατάσταση. Μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, οι περισσότερες πόλεις θύμιζαν λεηλατημένο τοπίο, η τάξη σταδιακά αποκαταστάθηκε και ο Ζακ Σιράκ υποσχέθηκε κάτι που μέχρι τις μέρες μας παραμένει ανικανοποίητο, να δοθούν ίσες ευκαιρίες σε όλους.
Στις 7 Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους, η Γαλλία αλλά και ο εφησυχασμένος υπόλοιπος δυτικός κόσμος θα συγκλονιζόταν από το αδίστακτο τρομοκρατικό χτύπημα που σημειώθηκε στα γραφεία του σατιρικού περιοδικού Charlie Hebdo. Ένοπλοι δράστες εισέβαλλαν στο εσωτερικό του κτιρίου ανοίγοντας πυρ προς πάσα κατεύθυνση. Ο τραγικός απολογισμός των θυμάτων άγγιξε τους 12 νεκρούς (εκ των οποίων 8 οι δημοσιογράφοι) και τους 10 τραυματίες ενώ οι δράστες διέφυγαν από το τραγικό συμβάν με αποτέλεσμα να σημάνει συναγερμός σε όλη την χώρα.
Ο θάνατος μιας δημοτικής αστυνομικού και ο τραυματισμός ενός συναδέλφου της στο Μονρούζ την επόμενη μέρα πυροδότησε περαιτέρω τις εξελίξεις. Για 2 σχεδόν 24ωρα η αντιτρομοκρατική υπηρεσία εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό στους δρόμους της Γαλλίας μέχρι να φτάσει στο τυπογραφείο του Νταμαρτέν (οι δυο δράστες της επίθεσης στην Charlie Hebdo) και το εβραϊκό σουπερμάρκετ Hyper Cacher στο Παρίσι (ο δράστης της επίθεσης στο Μονρούζ) το απόγευμα της Παρασκευής. Εκεί σε μια ταυτόχρονη περίπτωση διπλής ομηρίας οι γαλλικές αρχές έβαλαν τέλος στις ζωές των δραστών απελευθερώνοντας τους ομήρους. 4 από αυτούς, όμως, ήταν ήδη νεκροί ενώ άλλοι 4 σοβαρά τραυματισμένοι όταν οι αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλλαν στο σουπερμάρκετ.
Όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, ο φανατισμένος δράστης του εβραϊκού παντοπωλείου ήταν υποστηρικτής της αιμοσταγούς τρομοκρατικής οργάνωσης, ISIS (Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε). Ο 32χρονος Κουλαμπαλί, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, είχε γεννηθεί στα προάστια του Παρισιού από Σενεγαλέζους γονείς. Η παραβατική του συμπεριφορά είχε απασχολήσει ουκ ολίγες φορές τις Αρχές με αποτέλεσμα τη σύλληψη του για ένοπλη ληστεία το 2005. Στη φυλακή φέρεται πως γνωρίστηκε με τον Σερίφ Κουατσί, το ένα από τα δύο αδέλφια που είναι υπεύθυνα για το μακελειό στο Charlie Hebdo.
Τα δύο αδέλφια γεννήθηκαν και αυτά στα προάστια. Οι Αλγερινοί γονείς τους πέθαναν όταν ήταν σε πολύ μικρή ηλικία με αποτέλεσμα αυτά να μεγαλώσουν σε ορφανοτροφείο. Οι αδερφοί Κουατσί αποτέλεσαν μέρος ενός δικτύου τρομοκρατών (Μπιτ – Σομόν) και ο Σερίφ ήταν έτοιμος να ταξιδέψει με προορισμό τη Συρία προκειμένου να πολεμήσει τα αμερικάνικα στρατεύματα στο Ιράκ το 2005 μέχρι που συνελήφθη. Το 2008, καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση (με 18μηνη αναστολή) γιατί αποδείχθηκε πως συνδεόταν με την Αλ Κάιντα και βοηθούσε στο να σταλούν μαχητές στο Ιράκ. Ταυτόχρονα, αξιωματούχοι της Υεμένης κάνουν λόγο για σύνδεση του Σαΐντ Κουατσί, του μεγαλύτερου αδερφού, με το παρακλάδι της οργάνωσης που βρίσκεται στην Υεμένη κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί.
Όλα αυτά τα χρόνια, η άλλοτε ηγεμονική και επεκτατική Γαλλία, εγκλωβισμένη στις άνισες ευκαιρίες εκπαίδευσης και τα ελλιπή προγράμματα απασχόλησης δεν μπόρεσε να ενσωματώσει με επαρκή και υγιή τρόπο αυτούς και χιλιάδες ακόμη μετανάστες. Αφορμής δοθείσης επιχείρησε να τους δαιμονοποιήσει και κατάφερε να καλλιεργήσει κλίμα φόβου και φυλετικού διαχωρισμού. Παράλληλα, ο γενικευμένος και προβοκατόρικος πόλεμος που εξαπέλυσε η Δύση κατά της τρομοκρατίας, την προηγούμενη δεκαετία, είχε σαν αποτέλεσμα να παρεισφρήσουν ακραία δίκτυα στις γκετοποιημένες περιοχές αναζητώντας τους επόμενους μάρτυρες – μαχητές. Χιλιάδες νέοι βγήκαν από τα υποβαθμισμένα τους λαγούμια (προάστια) και ασπάστηκαν με την πρώτη ευκαιρία το δόγμα του εξτρεμισμού. Προσηλυτιστήκαν για να εκδικηθούν αυτούς που τους οδήγησαν σε αδιέξοδο και δεν τους επέτρεψαν να ονειρευτούν. Γι’ αυτούς η Δύση ήταν ένα προσωρινό δοχείο διαμονής και η Ανατολή παρέμενε η καταπατημένη και χαμένη τους πατρίδα. Στα χέρια των φονταμενταλιστικών οργανώσεων μια συμπεριφορά που ρέπει προς την εγκληματικότητα, την παρανομία ή την ψυχοπάθεια μετατρέπεται με περίσσεια ευκολία σε αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό που ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμος να σκορπίσει τον τρόμο και τον πανικό. Αρκεί να είναι σε θέση να αξιοποιηθεί με το να μεταδοθεί και να φτάσει στους τηλεοπτικούς δέκτες κάθε εφησυχασμένου αστού.
Στις 20 Αυγούστου του 2014, ο βιντεοσκοπημένος αποκεφαλισμός του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζέιμς Φόλεϊ προκάλεσε τον αποτροπιασμό της παγκόσμιας κοινότητας. Λίγες μέρες αργότερα, στις 3 Σεπτεμβρίου του 2014, άλλος ένας βάρβαρος αποκεφαλισμός, αυτός του Κέβιν Σότλοφ τέσταρε με άγριο και αλογόκριτο τρόπο τα όρια και τις αντοχές ενός αναπαυμένου μα συνηθισμένου στην τηλεοπτική και καθημερινή βία, κοινού. Η επέλαση των τζιχαντιστών έφτανε στις οθόνες εν είδει εκβιασμού και προμήνυε πως ετοιμαζόταν να περάσει το κατώφλι της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η δολοφονία των δημοσιογράφων απειλούσε το ίδιο το μέσο ενώ το γεγονός πως οι δύο δολοφονηθέντες ήταν Αμερικανοί προσέθετε έξτρα βαθμό ταύτισης ή συγκίνησης. Σε αντίθεση με τις πολυάριθμες, εξίσου στυγερές δολοφονίες μουσουλμάνων αμάχων, ο μέσος δυτικός στα αποκεφαλισμένα σώματα των δύο Αμερικανών μπορούσε να βρει το δικό του πρόσωπο. Το ανησυχητικό σε αυτή την περίπτωση είναι πως μόνο σε αυτούς το βρίσκει.
Την προηγούμενη Παρασκευή, ενώ ολόκληρος ο κόσμος παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα σε ζωντανή αναμετάδοση την έκβαση της διπλής ομηρίας των Γάλλων πολιτών στη Νιγηρία μια από τις ισχυρότερες και πιο βίαιες τρομοκρατικές οργανώσεις, η Μπόκο Χαράμ, πραγματοποιούσε το πιο αιματηρό της χτύπημα. Περισσότεροι από 2000 ανυπεράσπιστοι άνθρωποι οδηγήθηκαν σε φρικτό θάνατο στη πόλη Baga. Η είδηση αυτή, όπως ήταν αναμενόμενο, πέρασε στα αζήτητα και επισκιάστηκε από το τρομοκρατικό χτύπημα που σημειώθηκε στο Παρίσι, τη συζήτηση περί ελευθερίας του Τύπου αλλά και την επικείμενη πορεία αλληλεγγύης πολιτών και ηγετών.
Ακόμη κι αν αυτή (η αδιανόητη σε σύλληψη μαζική σφαγή) σημειωνόταν κάποια άλλη χρονική περίοδο, ο φιλειρηνιστής και ανθρωπιστής, κατά τ’ άλλα ευρωπαίος πολίτης στην καλύτερη των περιπτώσεων να ένιωθε οίκτο. Σε όλες τις προηγούμενες δολοφονικές επιθέσεις που πραγματοποίησε η Μπόκο Χαράμ ή κάποια άλλη εξτρεμιστική οργάνωση σε αφρικανικό ή αραβικό έδαφος αυτός αδιαφόρησε επιδεικτικά, το πρόβλημα ήταν μακριά και δεν τον άγγιζε. Και αυτό θα πρέπει να βαραίνει τις συνειδήσεις όλων όσων έσπευσαν να δηλώσουν πως είναι Charlie τι στιγμή που θα όφειλαν να δηλώσουν πως είναι και Baga. Αλλά το Baga είναι κάτι που δεν θα το δεις να αναγράφεται και να προωθείται σε καμία οθόνη για τον απλούστατο λόγο πως αυτό βρίσκεται στη Νιγηρία. Η αλληλεγγύη των δυτικών για ακόμη μια φορά δείχνει το επιλεκτικό της πρόσωπο και εξαντλείται στην μη πολιτικοποιημένη και συνειδητοποιημένη ανακύκλωση ενός ‘Je Suis Charlie’.
Στον κυκεώνα της διαδικτυακής παραπληροφόρησης και της προκατασκευασμένης και υποκινούμενης τηλεοπτικής ενημέρωσης τα ισχυρά επιχειρηματικά κεφάλαια αποφασίζουν: για το ποια είδηση θα γίνει πρώτη ή θα έχει τον λιγότερο χρόνο προβολής, ποια θα αποσιωπηθεί επιδεικτικά ή θα διαστρεβλωθεί υποδειγματικά, ποια θα αποφέρει το μεγαλύτερο μερίδιο τηλεθέασης ή θα γίνει μέρος μιας ιδιότυπης διαφημιστικής συμφωνίας. Ευρώπη και Αμερική κάνουν λόγο για ελευθερία του Τύπου τη στιγμή που οι ίδιοι αδιακρίτως αυτολογοκρίνονται ή προπαγανδίζουν τα δικά τους ειδησεογραφικά και πνευματικά αγαθά. Η ακεραιότητα και το άναρχο πνεύμα που διαθέτουν ελάχιστα ακόμη έντυπα, σαν αυτό της Charlie Hebdo, δείχνει πόσο αναγκαία είναι η ύπαρξη τους.
Τ’ ότι η Charlie Hebdo ασκούσε έντονη κριτική και στηλίτευε τον θρησκευτικό φανατισμό (καθολικισμό, ιουδαϊσμό, ισλαμισμό) και κάθε μορφής οικονομικό δογματισμό (σοσιαλισμό, καπιταλισμό, νεοφιλελευθερισμό) ή πολιτικό αυταρχισμό (απολυταρχικά καθεστώτα, κατ’ επίφαση δημοκρατικά πολιτεύματα) αποδεικνύει πόσο ρηξικέλευθες και προοδευτικές απόψεις διαθέτει. Αυτό που ενδεχομένως δεν κατάφερε, τουλάχιστον την τεταμένη περίοδο που διανύουμε, είναι να κρατήσει ασφαλείς αποστάσεις από το θρησκευτικό μένος κάποιων αλλοφρόνων φανατικών. Και αυτό σ’ ένα κόσμο που διαρκώς εκχωρεί τις κεκτημένες του ελευθερίες δείχνει κάτι πολύ σημαντικότερο: καμία πλευρά δεν δείχνει διατεθειμένη να κατανοήσει και να αποδεχθεί τη διαφορετικότητα του άλλου, όχι όσο αυτή προβάλλει την ακρότητα και την πρόκληση ως μέσο και αυτοσκοπό.
Το προφητικό σκίτσο του ενός εκ των τεσσάρων δολοφονηθέντων σκιτσογράφων, Charb, που βρισκόταν στο εσωτερικό του τεύχους που εκδόθηκε την ημέρα του μακελειού απεικόνιζε έναν τζιχαντιστή. Πάνω του μια λεζάντα επεσήμανε με προκλητικό τρόπο πως ‘ακόμα να υπάρξει τρομοκρατική επίθεση στη Γαλλία’ με την καρικατούρα του τρομοκράτη να απαντάει ‘Περιμένετε, έχουμε καιρό μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου για να εκφράσουμε τις ευχές μας’. Μια εβδομάδα μετά το μακελειό, ‘η Charlie Hebdo των επιζώντων’, όπως αυτοσαρκαστικά αποκαλείται, εκδίδεται μ’ ένα ποιο διακριτικό και παρ’ ολίγον μόνο, συμφιλιωτικό εξώφυλλο: απεικονίζει τον Μωάμεθ μ’ ένα πλακάτ που αναγράφει, τι άλλο παρά, ‘Je Suis Charlie’ και την υποσημείωση πως ‘όλα συγχωρούνται’.