Route-3
Διαμέσου της αξιοσημείωτης πρωτοβουλίας Sarajevo City of Film, από το 2007, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαράγεβο, υποστηρίζει ουσιωδώς την παραγωγή χαμηλού προϋπολογισμού μικρού μεγέθους ταινιών. Την κατασκευή έργων που επειδή τα γυρίσματά τους έχουν πραγματοποιηθεί στην πρωτεύουσα της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης και δεν αφορούν μονάχα τους ντόπιους, προωθούν τη βιωσιμότητα της κινηματογραφικής βιομηχανίας στο Σαράγεβο και επιτρέπουν την καλλιτεχνική και τεχνική συνεργασία κινηματογραφιστών και επαγγελματιών από τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Αρκετές από τις ταινίες που έχουν περατωθεί σε τούτο το επικουρικό πλαισίωμα σημάδεψαν την αρχή των πολλά υποσχόμενων πρωτάρηδων δημιουργών, ενώ άλλες βεβαίωσαν την υψηλή ποιότητα της δουλειάς των ήδη αναγνωρισμένων. Ανάμεσά τους βρίσκεται και ο Έλληνας σκηνοθέτης και σεναριογράφος Θανάσης Νεοφώτιστος. Μετά από ένα έργο που διαπραγματευόταν με καίρια και έκτακτη μέθοδο το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού (‘Προσευχή’, 2014) και ένα ακόμη που μέσω ενός απαιτητικού και φρενήρους μονοπλάνου έφερνε στο προσκήνιο την απόπειρα μιας γυναίκας να εξισορροπήσει όλους τους ρόλους της ζωής της μέσα από το κινητό της (‘Λεωφόρος Πατησίων’, 2018), ο Θανάσης Νεοφώτιστος έκανε μια ταινία που αφουγκράζεται τη σεξουαλική επιθυμία σε συνάρτηση με την εφηβική ανασφάλεια και την πολιτισμική διαφορετικότητα. Διαδραματιζόμενο εν μέσω μιας υπερβολικά θερμής θερινής ημέρας και στο εσωτερικό ενός συρμού του τραμ γιομάτου από κόσμο, το ‘Route-3’, που δανείζεται το όνομά του από τη μόνη και βασική διαδρομή που περνάει από το πανέμορφο και διαχρονικά ποικιλόμορφο ιστορικό κέντρο του Σαράγεβο, παρουσιάζει το πώς αντιδράει ένα έφηβο και διστακτικό αγόρι όταν αντικρίζει ένα επίσης ομήλικό του και συνεσταλμένο κορίτσι που προέρχεται από αλλιώτικο υπόβαθρο από εκείνον. Η ερωτική αφύπνιση εκτός από τη συστολή που ούτως ή άλλως προξενεί το πρώτο χτυποκάρδι έρχεται αντιμέτωπη και με τη θέση μιας νεαρής κοπέλας που φαίνεται πως ασπάζεται τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της οικογένειάς της με τρόπο που σεναριακά είναι τρυφερός, χυμώδης και χιουμοριστικός και σκηνοθετικά διακρίνεται από προσωπική άποψη, στιβαρότητα και διάθεση για ρίσκο.
Βρισκόμαστε στην περίφημη Γραμμή-3, λοιπόν, και ενόσω το σχετικό ηλεκτροκίνητο όχημα διασχίζει το σε σημεία γραφικό κέντρο του Σαράγεβο, το βλέμμα του Αμάρ (Ενές Κοζλίσιτς), ενός γιομάτου με σπυριά στο πρόσωπο έφηβου, πέφτει στη Νάντια (Σιμονίντα Μάντιτς), σε ένα κοντινής ηλικίας κορίτσι που φοράει ένα ροζ χιτζάμπ. Μια νεαρή κοπέλα που έχει τόσο υπέροχα χαρακτηριστικά στην όψη της, που αίφνης ο Αμάρ θα τα χάσει. Δεν θα μπορεί να τραβήξει τα μάτια του από επάνω της και δεν θα ξέρει τι ακριβώς να κάνει εκτός από τούτο.
Ο απότομος και ηχηρός τρόπος με τον οποίο μιλάει κάποιος στον τηλέφωνο, μολοταύτα θα δώσει την αφορμή στον Αμάρ, να αλλάξει θέση και να μετατοπιστεί ελάχιστα πιο μπροστά. Με τον κόσμο να γεμίζει ολοένα και πιο ασφυκτικά τον συρμό του τραμ, ούτε πάντως τούτη η θέση θα είναι ικανοποιητική για τον νεαρό ήρωά μας. Πόσο μάλλον από τη στιγμή που θα αναστατωθεί ακόμη πιο πολύ, όταν μια γυναίκα με λεοπάρ φόρεμα κεράσει τη Νάντια ένα μεστωμένο και ζουμερό πορτοκάλι. Όντας αμήχανος και ξαναμμένος ο Αμάρ θα αλλάξει και άλλες φορές θέση, μέχρι να φτάσει πιο κοντά στη Νάντια και συναντήσει τυχαία τον Λούκα (Λαζάρ Ντραγκόγεβιτς). Τον παραπάνω διαχυτικό και αθυρόστομο φίλο του από το σχολείο που θα καταλάβει πως ο Αμάρ έχει μαγνητιστεί από την παρουσία της Νάντια και δεν θα διστάσει να τον πειράξει, πέρα από το να του εξάψει τη φαντασία του, όταν δει ένα ζευγάρι ηλικιωμένων ανθρώπων να χαϊδεύονται. Με τον τρόπο που υποτίθεται πως πραγματώνεται το τελευταίο, δίνεται η αίσθηση πως τούτο θα μπορούσε να συντελείται και ανάμεσα στον Αμάρ και τη Νάντια. Εντύπωση που γίνεται περισσότερο ισχυρή, όταν ο Αμάρ επιχειρώντας να παρακάμψει τον εμφανώς προβοκάτορα φίλο του, πεταχτεί από τη θέση του και βρεθεί σε απόσταση αναπνοής από τη Νάντια. Όταν αφού ανταμώσουν οι ματιές τους και ο Αμάρ χάσει το τζόκεϊ καπέλο του, αποπειρώμενος να το βρει γονατιστός μέσα στο πλήθος, δει τη Νάντια να ζουλάει με νόημα το ώριμο και εύχυμο πορτοκάλι που κρατάει στα χέρια της και να τοποθετεί ένα κομμάτι από αυτό στο στόμα της. Ο Θανάσης Νεοφώτιστος κορυφώνει την ταινία του με μια σκηνή που παραπέμπει σε σεξουαλική φαντασίωση, που επειδή είναι τέτοια και λαμβάνει δράση σε ένα αταίριαστο περιβάλλον σαν και αυτό της Γραμμής-3, δεν μπορεί να κρατήσει για αρκετή ώρα. Για όσο, διαρκεί όμως, ενεργοποιεί όλα τα αισθητήρια όργανα του Αμάρ, και διεγείρει τους θεατές. Σε τέτοιο βαθμό συμβαίνει τούτο, που όταν ο νεαρός ήρωάς μας κάθεται σε διαφορετικό σημείο μαζί με τον Λούκα, σε έναν αισθητά πιο αδειανό συρμό του τραμ και με απούσα τη Νάντια, χρειάζεται χρόνο για να συνέλθει και να επιστρέψει στην πραγματικότητα. Σημειωτέον, με ένα μισοφαγωμένο πορτοκάλι στα χέρια του Λούκα, η οποία πραγματικότητα δεν σταματάει να του ενθυμίζει αυτό που αισθάνθηκε και μέχρι ένα επίπεδο βίωσε, ακόμη και όταν φτάνει η στιγμή που πέφτουν οι τίτλοι τέλους.
Χάρη στην αποκλειστική συμβολή της Μαρίνας Συμεού στο σενάριο – της πρωταγωνίστριάς του, δηλαδή, στη ‘Λεωφόρο Πατησίων’, το ‘Route-3’ έχει μια υπαινικτική και παιχνιδιάρικη ιστορία, που προπαντός τα τελευταία λεπτά απογειώνεται. Συνεισφέρει ως προς αυτό και ο τρόπος με τον οποίο ενοποιούνται οι εικόνες από τους μοντέζ Πάνο Αγγελόπουλο και Σάσα Πεσέβσκι. Εικόνες που διασυνδέονται με μέθοδο που παρέχει την εντύπωση γυρίσματος σε αληθινό χρόνο και πως η βαρετή πραγματικότητα συνυπάρχει με την ερωτική περιπλάνηση. Από κει και πέρα, ο Θανάσης Νεοφώτιστος μπορεί να μην είχε να αντιμετωπίσει τις μεγάλες δυσχέρειες ενός μονοπλάνου όπως στη ‘Λεωφόρο Πατησίων’, είχε πάντως, να διαχειριστεί τη δυσκολία του να γυρίζει την ταινία σε ένα περιορισμένο μέρος σαν και αυτό του πρώτου τραμ που έλαβαν οι Βόσνιοι ως δώρο από τη Βιέννη, ύστερα από την πολεμική σύγκρουση που σημειώθηκε στο πλαίσιο των εμφυλίων αναμετρήσεων της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και με ένα πολυπληθές και ετερόκλητο καστ και συνεργείο που στην πλειοψηφία του μιλούσε βοσνιακά, και όχι καλά την αγγλική γλώσσα. Απουσία διερμηνέα δεν είναι παράλογο που ο ίδιος ο σκηνοθέτης χαρακτηρίζει τα γυρίσματα ‘Πύργο της Βαβέλ’. Τέλος, έχοντας στο πλάι του τη διευθύντρια φωτογραφίας Κάρμεν Τοφενί, ο Θανάσης Νεοφώτιστος κατόρθωσε να μετακινηθεί ανάμεσα στο πλήθος, να απομονώσει τα φρέσκα πρόσωπα των ανεπιτήδευτα ερμηνευτικά πρωταγωνιστών και να τα προβάλλει εκμεταλλευόμενος τον φυσικό φωτισμό.