Οι καλυτερες ταινιες της χρονιας (6 – 10)
6) Foxcatcher – Bennett Miller
Με (σχεδόν) 100 λέξεις: Ο Μπένετ Μίλερ, ο διακεκριμένος σκηνοθέτης του αριστουργηματικού Capote (2005) και του αρκούντως ικανοποιητικού Moneyball (2011), έχοντας στο πλευρό του μια ιδιαίτερα ταλαντούχα τριάδα αναγνωρίσιμων ηθοποιών (Στιβ Κάρελ, Μαρκ Ράφαλο, Τσάνινγκ Τέιτουμ) σκηνοθετεί άλλο ένα αποτυχημένο αμερικάνικο success story που βασίζεται σε αληθινή ιστορία και μεγαλουργεί. Το Foxcatcher είναι μια ψύχραιμη και ώριμη ψυχαναλυτική σπουδή που αναπαριστά με ανατριχιαστικό τρόπο το αναπόφευκτο χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Με υπόκωφο και ατμοσφαιρικό τρόπο κλιμακώνει σταδιακά τη δράση χαρίζοντας μας 135 ολοκληρωμένα και απέριττα λεπτά. Διεισδύει στα γνώριμα χωράφια της αθλητικής βιομηχανίας και του εμπορευματοποιημένου αθλητισμού για να υπενθυμίσει πως πίσω από τα ντοπαρισμένα σώματα, τα παχυλά συμβόλαια, τους αστραφτερούς τίτλους και τα παγκόσμια πρωτεία κρύβονται ατομικές αποτυχίες, οικογενειακές τραγωδίες και εθνικές καταστροφές. Πολλές ταινίες χρησιμοποιούν αληθινές ιστορίες λίγες όμως διαθέτουν την απέριττη τέχνη να τις παρουσιάσουν με τον στιβαρό τρόπο που το πράττει το Foxcatcher.
7) The Grand Budapest Hotel – Wes Anderson
Με (σχεδόν) 100 λέξεις: Πίσω από το (εντυπωσιακά κατασκευασμένο) ομώνυμο πολυτελές ξενοδοχείο που βρίσκεται στη φανταστική Δημοκρατία της Ζουμπρόβκα (ένα ευρωπαϊκό κράτος των Άλπεων) ζωντανεύει η ιστορία του θυρωρού Γκουστάβ Χ (Ρέιφ Φάινς) και του μαθητευόμενου του Μουσταφά Ζίρο (Τόνι Ρεβολόρι). Ο Γουές Άντερσον χρησιμοποιεί το γνώριμο πολύχρωμο παστέλ σύμπαν και αυτή τη φορά μας μεταφέρει στην περίοδο του Μεσοπολέμου σε μια Ευρώπη που κλυδωνίζεται από την επερχόμενη λαίλαπα του ναζισμού. Μπορεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας να παρακολουθούμε την σε σημεία περιπετειώδη και διασκεδαστική διεκδίκηση ενός πίνακα ανεκτίμητης αξίας από ένα τσούρμο ιδιόρρυθμων χαρακτήρων, κάτι τέτοιο όμως αποσκοπεί στο να βιώσουμε υπό ένα διαφορετικό πρίσμα (φωτεινό) την ραγδαία αλλαγή (σκοτάδι) που συντελείται. Στο τέλος μέσα από την προστασία και σωτηρία του μελαψού μαθητευόμενου από τον θυρωρό θα έχουμε γίνει μάρτυρες όχι μόνο μιας υπέροχης και αντισυμβατικής φιλίας αλλά και ενός διαχρονικού μηνύματος αλληλεγγύης και ανθρωπιάς.
8) Gone Girl – David Fincher
Με (σχεδόν) 100 λέξεις: Έιμι (Ρόζαμουντ Μάικ) και Νικ (Μπεν Άφλεκ), συμβολίζουν το τέλειο – το ιδανικό. Κατά μια έννοια στα καθαρά τους πρόσωπα καθρεφτίζεται η ίδια η Αμερική. Μια Αμερική που αποδείχθηκε κατώτερη των προσδοκιών και τείνει να σβήσει με βίαιο τρόπο το όνειρο που ίδια δημιούργησε και υποσχέθηκε. Μέσα από την εξαφάνιση της Έιμι, το όνειρο προς στιγμήν καταρρέει και το ζευγάρι απογυμνωμένο και απομονωμένο αποκαλύπτει τη σκοτεινή του πλευρά. Η έκβαση της ιστορίας αφήνει ακόμη χαραμάδες για να μη χαθεί ολοκληρωτικά η ελπίδα και σβήσει το εκτυφλωτικό – παραισθησιογόνο φως. Η κυνική αλήθεια όμως έχει ήδη σκίσει τη ρομαντική επιφάνεια βάζοντας οριστικά τέλος στο γλυκανάλατο παραμύθι. Ο Ντέιβιντ Φίντσερ, ίσως ο σημαντικότερος σύγχρονος Αμερικανός σκηνοθέτης στο Χόλιγουντ, επιστρέφει κινηματογραφικά και εντυπωσιάζει σε αυτό που γνωρίζει πολύ καλά να κάνει: να καυτηριάζει και να αποδομεί τον σύγχρονο αμερικάνικο τρόπο ζωής φέρνοντας το κοινό του αντιμέτωπο με τις πιο σκοτεινές του φαντασιώσεις και φοβίες, αυτές που θεμελίωσαν χωρίς ενδοιασμούς ένα ολόκληρο έθνος.
9) Nebraska – Alexander Payne
Με (σχεδόν) 100 λέξεις: Στις ρημαγμένες και παραμελημένες μεσοδυτικές πολιτείες της Αμερικής το ρυτιδιασμένο πρόσωπο του Γούντι Γκραντ (Μπρους Ντερν) περιδιαβαίνει μαζί με τον αποξενωμένο του γιο (Γουιλ Φόρτε) με απώτερο σκοπό να καταλήξει στο Λίνκολν, την πρωτεύουσα της Νεμπράσκα. Ο Γούντι θέλει διακαώς να φθάσει εκεί για να παραλάβει το πολυπόθητο βραβείο (έπαθλο 1.000.000 δολαρίων) που νομίζει πως έχει κερδίσει. Μέσα από το οδοιπορικό αυτό του δίνεται η δυνατότητα να πιστέψει απεγνωσμένα σε κάτι. Για μια ακόμη (ίσως και τελευταία) φορά στη ζωή του, ο Γούντι θα κινητοποιηθεί συμπαρασύροντας στο διάβα του και την πολυαγαπημένη του μα απομακρυσμένη οικογένεια. Συγγενείς, φίλοι, επιτήδειοι και εχθροί θα κάνουν σταδιακά την εμφάνιση τους μόνο και μόνο για να διεκδικήσουν το δικό τους (;) μερίδιο από αυτό το έπαθλο. Μέσα από την γνωριμία μας με τις γραφικές φιγούρες του παρελθόντος θα γνωρίσουμε καλύτερα τον οξύθυμο και σε σημεία άξεστο χαρακτήρα του Γούντι (ρόλος ζωής για τον Μπρους Ντερν) μα και την ίδια την Αμερική. Ο Αλεξάντερ Πέιν έχοντας στα χέρια του την εξαιρετική ασπρόμαυρη φωτογραφία του (δικού μας) Φαίδωνα Παπαμιχαήλ, ένα καλογραμμένο σενάριο (με υπέροχο χιούμορ και ευαισθησία) και μερικούς αξέχαστους χαρακτήρες (απολαυστική η Τζουιν Σκουίμπ στο ρόλο της αθυρόστομης συζύγου) υπογράφει έναν γλυκόπικρο αποχαιρετισμό σε μια άγνωστη για το ευρύ κοινό Αμερική.
10) Nymphomaniac: Vol. I + Vol. II – Lars Von Trier
Με (σχεδόν) 100 λέξεις: O μεγάλος προβοκάτορας auteur, Λαρς φον Τρίερ, δείχνει να ξεπερνάει την χρόνια κατάθλιψη του (Antichrist & Melancholia) υπογράφοντας ένα μεγαλεπήβολο, τολμηρό και αναζωογονητικό εγχείρημα. Ανεξάρτητα από το αν η ακόρεστη και ανικανοποίητη επιθυμία μιας νυμφομανούς σοκάρει (στην ελαφριά ή τη σκληρή εκδοχή της) ένα συνηθισμένο (και οπτικά (ερ)εθισμένο) στο σεξ και τη βία κοινό είναι ο ευφάνταστος τρόπος με τον οποίο ο Τρίερ την κάνει να φαίνεται τόσο πρωτότυπη και απολαυστική. Ο ραδιούργος σκηνοθέτης επιστρατεύει ένα σωρό αναφορές για να ντύσει με εγκεφαλικό τρόπο τις γυμνές και απροκάλυπτες του εικόνες: εμπλέκει την μαθηματική ακολουθία του Φιμπονέτσι με ένα βιβλίο ‘ψαρέματος’ (‘Ο ολοκληρωμένος ψαράς’ του Ισαάκ Γουόλτον) για να μιλήσει για τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα της ηρωίδας, την σκοτεινή λογοτεχνία του Έντγκαρ Άλαν Πόε (Η πτώση του Όικου Άσερ) για να θυμηθεί το τέλος του αγαπημένου της πατέρα, την πολυφωνική οργανική μουσική του Μπαχ (Cantus Firmus) για να εξηγήσει την αρμονία τριών διαφορετικών εραστών, την Ανατολική και την Δυτική Εκκλησία για να κριτικάρει την συζυγική υποκρισία και τον ερωτικό ευνουχισμό λίγο πριν τη γνωριμία μας με τη ‘σιωπηλή πάπια’ και ένα πιστόλι (Walter PPK) με το οποίο η Τζο θα φτάσει στα άδυτα του ανδρικού μυαλού για να εκμαιεύσει τις πιο μειλίχιες και διαστροφικές του σκέψεις (ταμπού).