Η λογοκρισια του δημοσιου χωρου

Το τελευταίο διάστημα, μέσα από διάφορες εικαστικές παρεμβάσεις (ενεργοποίηση στοών με εκθέσεις και εργαστήρια, τοποθέτηση έργων σύγχρονης τέχνης σε πάρκα και πλατείες), κοινωνικοπολιτικές ενέργειες (δράσεις για την ομοφοβία και τον ρατσισμό) οργανωμένες πρωτοβουλίες (ενημέρωση και ξενάγηση σε κάποια από τα εμβληματικά κτίρια της Αθήνας, φεστιβάλ θερινού κινηματογράφου σε δημόσια πάρκα και πλατείες) ή αυθόρμητες πράξεις (θεατρικά, μουσικά και αθλητικά δρώμενα σε κάθε δυνατό σημείο), που λαμβάνουν μέρος στο κέντρο της Αθήνας, γίνεται μια πρωτόγνωρη προσπάθεια να προσεγγιστεί με ουσιώδη και δημιουργικό τρόπο, η παρεξηγημένη και υποτιμημένη περιοχή του δημόσιου χώρου και να έρθει σε αληθινή επαφή, ο αλλοτριωμένος άνθρωπος των αποξενωμένων προαστίων, με το ανεκμετάλλευτο ιστορικό περιβάλλον που τον περικλείει και του αναλογεί. Γεννιέται, έτσι, μια επωφελής ζύμωση που σε αρκετές περιπτώσεις παράγει ενδιαφέροντα, αισθητικά ή και επικοινωνιακά χαρακτηριστικά που ξεπερνούν τα στεγανά του εύκολου κέρδους, της εγωκεντρικής ανάδειξης και της μονοδιάστατης ερμηνείας και αντίληψης των πραγμάτων. Η παρηκμασμένη και πολυσύνθετη, βαρυσήμαντη πόλη, έρχεται ξανά στο προσκήνιο χωρίς να παραγκωνίζει τον ανθρώπινο παράγοντα και όλα τα νέα δεδομένα που την συγκροτούν.

Οι μετανάστες και οι άστεγοι βρίσκονται εκεί, σε κάποιες περιπτώσεις οι πρώτοι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των εκδηλώσεων (όπως είδαμε στην παράσταση ‘x apartments’ ή τις αφηγηματικές ξεναγήσεις που πραγματοποιήθηκαν με οδηγό κάποιο ‘αόρατο’ μετανάστη ή σε κάποιο από τα υπνοδωμάτια της περίφημης εγκατάστασης των decaArchitecture), ενώ οι δεύτεροι λειτουργούν σαν τραγική υπενθύμιση (η εικόνα των αστέγων στη ενεργοποιημένη Στοά των Εμπόρων ήταν σοκαριστική και υπονόμευε τον σκοπό της ενεργοποίησης αυτής), όχι μόνο για την οικονομική κατάσταση της χώρας αλλά και για τις ευθύνες που βαραίνουν, μια κατώτερη των προσδοκιών, Πολιτεία. Η τελευταία δείχνει να τους έχει εγκαταλείψει και να μην μπορεί να ξεπεράσει όλες τις γραφειοκρατικές δικλείδες, έτσι ώστε να είναι σε θέση να  εκπονήσει ένα ικανοποιητικό σχέδιο δράσης και πρόληψης της ανθρωπιστικής κρίσης. Η προστασία και η φιλοξενία των άστεγων (ντόπιων ή μεταναστών) σε κάποιο από τα δεκάδες κτίρια που παραμένουν ακόμη αναξιοποίητα θα έπρεπε να είναι τετελεσμένος αυτοσκοπός και τα κτίρια αυτά να μην αποτελούν μόνο ιστορική υπενθύμιση για ότι σημαντικό ήταν στο παρελθόν, αλλά και για ότι χρήσιμο θα μπορούσαν να είναι επί του έκτακτου παρόντος.

Η Λογοκρισία Του Δημόσιου Χώρου_1

Και οι δύο κατηγορίες, αποτελούν άρρηκτο κομμάτι της σύγχρονης κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας και καμία καλλιτεχνική εκδήλωση δεν μπορεί να παραχθεί στον δημόσιο χώρο χωρίς να λάβει υπόψη, τους ανθρώπους και τις εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης. Χρειάζεται προσοχή όμως, γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος του εξωραϊσμού ή της εκμετάλλευσης μιας κατάστασης που μπορεί πολύ εύκολα να καταλήξει σε αισχρή επιδειξιομανία ή ακόμη και φθηνή πορνογραφία. Προς αυτή την κατεύθυνση ανήκουν αμφιλεγόμενες εκδηλώσεις, αποπολιτικοποιημένου περιεχομένου, όπου εκτός από μια ευχάριστη βόλτα σε ιστορικά ή και αδιάφορα οικοδομήματα της αντιπαροχής στο Μεταξουργείο, δεν προσφέρουν κάποιο σοβαρό προβληματισμό για τις συνθήκες διαβίωσης και την ταυτότητα των ανθρώπων που προσπαθούν να επιβιώσουν εκεί ή έστω κάποια άξιου λόγου καλλιτεχνική αντιμετώπιση. Τέτοιες εκδηλώσεις, σε αντίθεση με μια ακόμη ασχημάτιστη αλλά με μεγάλες καλλιτεχνικές επιδιώξεις και κοινωνική ενσυναίσθηση, Μπιενάλε της Αθήνας (στη Διπλάρειο Σχολή ή στο Χρηματιστήριο) το μόνο που κατορθώνουν είναι να αποκαλύψουν έναν απώτερο σκοπό που στόχο έχει την επαναοικειοποίηση και εμπορική εκμετάλλευση των χώρων (ReMap).

Αλλά και η πρόσφατη προσήλωση κάποιων ομάδων να καθαρίζουν και να περιποιούνται με θρησκευτική ευλάβεια και παροδική (συνήθως) διάρκεια, την επιδερμίδα καίριων σημείων του υποβαθμισμένου αστικού περιβάλλοντος, χωρίς να επιχειρούν ουσιαστικές κινήσεις για ν’ αναδείξουν τα προβλήματα που δημιούργησε η ανθρωπιστική κρίση, δεν έπεισε για την καθαρή τους ανιδιοτέλεια. Έφτασαν, μάλιστα, σε σημείο να λειτουργούν βοηθητικά και να καλύπτουν τα κενά ενός δημάρχου που από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντα του, απέκτησε μια πολύ περίεργη αντίληψη για την έννοια του δημόσιου χώρου, όπως και για όλα όσα τον ταλαιπωρούσαν ενόσω δούλευε ως Συνήγορος του Πολίτη. Τις πιο πολλές φορές, η δημόσια αρχή, χρησιμοποιεί καταχρηστικά το (βολικό) άλλοθι που της παρέχει η οικονομική κρίση για να δικαιολογήσει την απερίγραπτη και ανεξέλεγκτη καταπάτηση που συντελείται από τον ενισχυμένο ιδιωτικό χώρο (οι κατασκευές και τα τραπεζοκαθίσματα που παρατάσσονται δεν αφήνουν τον απαραίτητο ελεύθερο χώρο για μετακίνηση ή κάποια άλλη δραστηριότητα πέρα από αυτή του ιδιωτικού) και τις συμπληρωματικές – έμμεσες προεκτάσεις του (τα αυτοκίνητα και τα δίκυκλα, ελλείψει απαγόρευσης, ικανοποιητικού ελέγχου και αλλαγής νοοτροπίας κατακλύζουν τα πεζοδρόμια, τους πεζόδρομους και τις πλατείες με αντίστοιχα αρνητικές συνέπειες). Η τελευταία συμπεριφορά μπορεί να ιδωθεί και ως κληροδοτούμενη απόρροια μιας συλλογικής αδιαφορίας ή και ανευθυνότητας για τα δημόσια αγαθά και οτιδήποτε εκτείνεται πέρα από τα ασφαλή όρια της ιδιωτικής περιοχής.

Η Λογοκρισία Του Δημόσιου Χώρου_2

Την καταχρηστική αντιμετώπιση του δημόσιου χώρου, την συναντάμε και σε παγιωμένες και απαρχαιωμένες αντιλήψεις, που έχουν να κάνουν με απαράβατους κανόνες κοινωνικής ένδυσης, συμπεριφοράς και γενικότερα, προσωπικής έκφρασης. Πολλές φορές, οτιδήποτε αποκλίνει από την ομογενοποιημένη εικόνα που κουβαλάει με λανθάνοντα και φασιστικό τρόπο μια προηγούμενη γενιά, αντιμετωπίζεται με σφοδρή επιθετικότητα και χλευασμό της προσωπικότητας του άλλου. Και κάτι τέτοιο δεν έχει να κάνει με το αν κάποιος ξεπερνάει το όριο, γιατί τα όρια είναι κατασκευάσματα, θρησκευόμενων, φαλλοκρατικών και σεξιστικών κοινωνιών και στη σημερινή εποχή, υπάρχουν μόνο για να καταρρίπτονται, όταν μιλάμε για την αποδοχή και το σεβασμό της διαφορετικότητας κάθε ανθρώπου. Ο δημόσιος χώρος, ως ζωντανή και αλληλοεξαρτώμενη περιοχή, δεν θα μπορούσε να μην αφουγκράζεται και να μην συγκεντρώνει όλες αυτές τις διαφορετικές συμπεριφορές και χαρακτηριστικά. Και όταν σε μια φαινομενικά, δημοκρατική και εκσυγχρονισμένη, κοινωνία που θέλει να ανήκει στη Δύση, αλλά θρησκευτικοί και πολιτικοί παράγοντες την κρατούν ακόμη προσκολλημένη εκεί όπου φαίνεται πως ανήκει, δεν εφαρμόζονται επί ίσοις όροις τα δικαιώματα αυτά, ο δημόσιος χώρος μετατρέπεται σε πεδίο δράσης, διεκδίκησης και έντονης αντιπαράθεσης.

Η διπλή, πρόσφατη, ενέργεια που οργάνωσε η δραστήρια κοινότητα των ‘Colour Youth’ την παγκόσμια ημέρα κατά της ομοφοβίας, της αμφιφοβίας και της τρανσοφοβίας (17 Μαίου), έρχεται για να επιβεβαιώσει μια τέτοια διαπίστωση. Οι ζεστές αγκαλιές που μοιράστηκαν στο Μοναστηράκι μπορεί να αντιμετωπίστηκαν με μεγαλύτερη ανεκτικότητα, όταν όμως τα 9 ομοφυλόφιλα ζευγάρια έφτασαν μπροστά από το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη για να ανταλλάξουν μερικά τρυφερά, μα πάνω απ’ όλα, συμβολικά φιλιά, η αντίδραση από την αρμόδια στρατονομία και η απομάκρυνση τους από την αστυνομία ήταν αμεσότατη. Τα ομοφοβικά αντανακλαστικά της ελληνικής κοινωνίας ήταν για ακόμη μια φορά ορατά, το χειρότερο όμως, δεν εντοπίζεται στην επέμβαση αυτή, αλλά στον τρόπο που αντιδράει μια Ελληνίδα μητέρα, όταν διέρχεται από το σημείο με την οικογένεια της και αντιλαμβάνεται πως το μικρό της παιδί κοιτάει. Η σφαλιάρα που τρώει αυτό το παιδί, στην προσπάθεια της μητέρας να το ‘προστατέψει’ από το να δει τη φυσιολογική εικόνα δύο ατόμων του ίδιου φύλου που φιλιούνται σε δημόσιο χώρο είναι η πιο τρανή και αποστομωτική απόδειξη για την ομοφοβική εικόνα που μπορεί να σχηματίσει αυτό το παιδί, όπως και για τη εσφαλμένη αντίληψη που μπορεί να αποκτήσει για το τι μπορεί να πράττει κανείς στο δημόσιο χώρο.

Η Λογοκρισία Του Δημόσιου Χώρου_3

Λίγες μέρες αργότερα, στις 24 Μαίου, μια άλλη δράση με φιλιά θα πραγματοποιούνταν, έξω από ένα γνωστό καφέ αυτή τη φορά. Στην πολύβουη και πολυσύχναστη πλατεία της Αγίας Ειρήνης, εκεί όπου ο δημόσιος χώρος σχεδόν έχει εξαφανιστεί από την καταχρηστική παρουσία του ιδιωτικού, σε ένα από τα πιο παλιά και αξιοπρεπή καφέ της περιοχής, στο Μαγκαζέ, φέρεται πως σημειώθηκε ένα ακόμη ομοφοβικό κρούσμα. Το παράδοξο σε αυτή την περίπτωση είναι πως το καφέ αυτό, θεωρείται φιλικά προσκείμενο προς το gay κοινό, με το τελευταίο να αποτελεί τη συντριπτική πλειοψηφία των πελατών του. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ένα από τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια του, δέχθηκε την επίπληξη της σερβιτόρας, όταν αυτό θεάθηκε από την ίδια να ανταλλάζει φιλιά. Όταν το ζευγάρι ρώτησε το λόγο και αν ενοχλήθηκε κανείς, η απάντηση της σερβιτόρας ήταν ακόμη πιο αποστομωτική μιας και έκανε λόγο για πάγια αρχή της διοίκησης του καταστήματος. Σύμφωνα με αυτήν, ακόμη και αν ήταν ετεροφυλόφιλο ζευγάρι, θα είχαν την ίδια αντιμετώπιση. Αυτή η ύπουλη επίκληση στην τυπολογία, ενώ στο βάθος της κρύβει μια ετεροκανονική φυσιολογία, είναι που κάνει αυτή την επίπληξη ακόμη πιο αφοριστική και προσβλητική για μεγάλη μερίδα του κόσμου που εμπιστεύεται το χώρο αυτό. Οι δηλώσεις του κ. Κωστή Μίλλα, ιδιοκτήτη του μαγαζιού, δεν βοήθησαν καθόλου την κατάσταση, ο όποιος μεταξύ άλλων έκανε λόγο για ισορροπίες που θα πρέπει να διατηρούνται σε έναν δημόσιο χώρο, όπως είναι αυτή η επιχείρηση.

Ο κ. Μίλλας προφανώς και αγνοεί επιδεικτικά, πως ο δημόσιος χώρος ξεκινάει πραγματικά μερικά μέτρα από τα ιδιωτικά του όρια, εκεί όπου ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι δεν μπορεί να εκφραστεί το ίδιο ελεύθερα με ένα ετεροφυλόφιλο και πως σε καμία σώφρων επιχείρηση δεν θα μπορούσε να ζητήσει κάποιος από ένα ετεροφυλόφιλο ζευγάρι να μην φιληθεί. Η δική του φιλοσοφία προφανώς και όλα αυτά τα χρόνια προερχόταν από μια πολύ πιο ήπια και ανεκτική στάση, που μπορεί να αποδέχεται τους ομοφυλόφιλους ως πελάτες της και να δίνει έτσι το στίγμα ενός διαφορετικού ή ακόμη και κεκαλυμμένα προοδευτικού μαγαζιού, ανοιχτόμυαλου όμως, μέχρι ενός σημείου, εκείνου που δεν θίγει την παγιωμένη αισθητική αντίληψη των ετεροφυλόφιλων. Μόνο που κόσμος αλλάζει και η νέα γενιά εμφανίζεται πιο δυναμική και διεκδικητική όσον αφορά την παρουσία της στον ιδιωτικό – δημόσιο χώρο και δεν μπορεί να παραμένει αμέτοχη σε τέτοια περιστατικά και σε αντιλήψεις προηγούμενων δεκαετιών. Μια τέτοια υποκρισία και προσφυγή σε μια ετεροφυλόφιλη κανονικότητα είναι που οδήγησε στην απαγόρευση μιας άλλης, καλλιτεχνικά απογυμνωμένης, έκφρασης, έτσι όπως αυτή παρουσιάστηκε απ’ τις νέες τεχνολογίες (βιντεοπροβολές) σ’ έναν δημιουργικά πολύ ενδιαφέροντα διάλογο με το δημόσιο χώρο, εκεί όπου όπως προαναφέρθηκε το πεδίο φαντάζει πολλά υποσχόμενο. Κάτι τέτοιο βέβαια, δεν φάνηκε να συγκινεί ιδιαίτερα όσους φρόντισαν, ώστε να απαγορευθεί (μερικώς) η επιτοίχια παρουσία αυτών των προβολών.

Η Λογοκρισία Του Δημόσιου Χώρου_4

Η εξαιρετική, επιτοίχια βιντεοεγκατάσταση, ‘Stills’ του Κρις Βερντόγκ, παρουσιάστηκε στα πλαίσια της 2ης διοργάνωσης του υβριδικού και πολυμορφικού, ‘Fast Forward Festival’. Ενός φεστιβάλ που διοργανώθηκε από την πάντα ανήσυχη, ‘Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών’, και χρησιμοποιεί νέες τεχνολογίες, μέσα και φόρμες, για να παρουσιάσει παραστάσεις και εικαστικά, που όχι μόνο ξεπερνούν τη συμβατική έννοια των όρων αυτών, αλλά εξετάζουν και πρακτικές ή προσμείξεις που δοκιμάζουν τα όρια ανάμεσα στον δημόσιο και ιδιωτικό χώρο παράγοντας μερικά πραγματικά ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Από την ανάθεση της ‘La Notte Bianca’ της Ρώμης το 2007 σε αυτή της ‘Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών’ το 2014, η απόσταση δεν είναι πολύ μεγάλη για τα γιγάντια σώματα που κατακλύζουν τους τοίχους. Ο καλλιτέχνης αυτή τη φορά, εμπνεύστηκε την ιδέα των μεγάλων, γυμνών και ανεπιτήδευτων σωμάτων του από την υπερηφάνεια και την ένταση των Καρυάτιδων, έτσι όμως, όπως αυτή πηγάζει από τα προβλήματα  των καθημερινών ανθρώπων. Η πρόταση αυτή, επιλέχθηκε να ντύσει, δύο γυμνές όψεις, η μια στη συμβολή των οδών Σίνα 8 και Βησσαρίωνος και η άλλη στη συμβολή των οδών Παρνασσού και Παπαρηγοπούλου (στην πλατεία Κλαυθμώνος). Πρόκειται για μια εικαστική πρόταση που εντυπωσιάζει με το μέγεθος της, όμως, επ’ ουδενί δεν προκαλεί μιας και δεν χρησιμοποιεί με ηδηνοβλεπτικό τρόπο τα γυμνά αυτά σώματα.

Τα σώματα που παρουσιάζει ο Κρις Βερντόγκ, είναι ταλαιπωρημένα, αδύναμα  και φθαρτά, όπως ταλαιπωρημένα είναι και τα σώματα των δεκάδων ναρκομανών και άστεγων στην διπλανή, παραμελημένη πλατεία Κλαυθμώνος ή Εθνικής Συμφιλίωσης, επομένως υπάρχει και μια εξαιρετική αναφορά και σύνδεση με την εικόνα που παρουσιάζει ο παρακείμενος δημόσιος χώρος. Τα σώματα που παρουσιάζει ο Κρις Βερντόγκ, δεν αποκαλύπτουν εύκολα τα τρωτά και επίμαχα σημεία, αυτά που η κακώς εννοούμενη χριστιανική ηθική μας έκανε να νιώθουμε ντροπή και όταν το πράττει αυτό συμβαίνει με καθαρά καλλιτεχνικούς όρους. Τα σώματα που παρουσιάζει ο Κρις Βερντόγκ, είναι εγκλωβισμένα στα στενά διαμερίσματα ή στους μνημειώδους χώρους που μπορεί να έχουν τοποθετηθεί, ξεπροβάλλουν από τους τοίχους και προσπαθούν να δραπετεύσουν από την ασφυκτική και μάταιη καθημερινότητα. Τα σώματα που παρουσιάζει ο Κρις Βερντόγκ, είναι μια ευθεία αναφορά στην καταπιεστική και εξοντωτική μεγαλομανία του οικονομικού μαρασμού, του κοινωνικού φασισμού και του πνευματικού ξεπεσμού, αρκεί να είναι κανείς σε θέση ικανή ν’ αναζητήσει το ξεθωριασμένο παρελθόν και το ακόμη πιο ζωντανό και νωπό παρόν αυτής της παρηκμασμένης πόλης, για να καταλάβει πόσο ο φασισμός και τα δηλητηριώδη του παράγωγα έχουν ποτίσει πολλά από αυτά τα διαμερίσματα, όπως και αρκετά, από τα μνημειώδη τείχη που τα περιβάλλουν.

Η Λογοκρισία Του Δημόσιου Χώρου_5

Μια τόσο ακαριαία, λογοκριτική παρέμβαση, καταλήγει να είναι και αυτή αποτέλεσμα μιας εξίσου ακραίας φασιστικής ιδεολογίας που αποφασίζει και διατάζει για το τι επιτρέπεται να προβληθεί και τι όχι στην επιφάνεια αυτή ή κάποιου άλλου τοίχου, χωρίς δεύτερη άποψη. Με αυτό τον τρόπο, αγνοεί και προσβάλλει επιδεικτικά, το ανακοινωμένο πρόγραμμα της φεστιβαλικής διοργάνωσης, την ομόφωνη έγκριση των δημοτικών αρχών για παραχώρηση των επιφανειών αυτών, την αξιοπιστία ενός καλλιτεχνικού ιδρύματος, την παρουσία και το έργο ενός διεθνώς αναγνωρισμένου καλλιτέχνη, όπως και την προσωπικότητα χιλιάδων θεατών που ενώ θέλουν να απολαύσουν ελεύθερα και δημοκρατικά την προσωρινή και όχι μόνιμη ή καταχρηστική παρουσία ενός σύγχρονου έργου τέχνης σ’ έναν δημόσιο τοίχο, δεν μπορούν γιατί τους απαγορεύεται. Με αυτό τον τρόπο το ‘Stills’ αποδεικνύεται προφητικό για την δυσκαμψία και την αδυναμία αυτής της χώρας να κάνει τις σωστές κινήσεις και τα απαραίτητα βήματα που απαιτούνται όχι μόνο για να βγει από τη χυδαία οικονομική κρίση αλλά και για να προχωρήσει σε ένα προοδευτικότερο και πιο ανθρώπινο σύστημα αξιών, εκεί όπου η απόφαση για το αν θα προβληθούν παρόμοια έργα τέχνης, δεν θα πηγάζει από μερικά διαταραγμένα και καταπιεσμένα μυαλά, αλλά από εκείνα που θα έχουν αποδεχθεί και αγαπήσει το σώμα τους, όπως ακριβώς το πνεύμα τους, και δεν θα αισθάνονται καμία ντροπή και μικροψυχία γι’ αυτό, παρά μόνο ασυγκράτητο θαυμασμό και αυτοσεβασμό.

Μετά από τις εξαιρετικά βίαιες αντιδράσεις (προπηλακισμοί έξω από το θέατρο Χυτήριο) και το αναπόφευκτο κατέβασμα της παράστασης, ‘Corpus Christi’ του Λαέρτη Βασιλείου τον Οκτώβριο του 2012, από τα φασιστικά ανδρείκελα της Χρυσής Αυγής, όπως και κάποιων παραθρησκευτικών οργανώσεων, αλλά και την απαγόρευση, λίγα χρόνια νωρίτερα, με την επέμβαση του εισαγγελέα ενός άλλου γυμνού έργου, του βίντεο με το οποίο συμμετείχε η Εύα Στεφανή, στα πλαίσια της ArtAthina το 2007 και παρουσίαζε ένα αιδοίο ενόσω ηχούσε η υπόκρουση του ιερού Εθνικού Ύμνου, η απαγόρευση ενός ακόμη έργου δημιουργεί πολλά ερωτηματικά και οξύτατο προβληματισμό για το μέλλον της εικαστικής σκηνής στη δημόσια ζωή της Ελλάδας. Όταν τα όρια αυτής της σκηνής είναι προκαθορισμένα και κατευθύνονται από αναχρονιστικούς μηχανισμούς, για ποιό λόγο να δημιουργήσει τέχνη κάποιος σ’ ένα περιβάλλον που όχι μόνο είναι λογοκριμένο, αλλά και επισφαλές; Επίσης, δημιουργούνται σοβαρές επιφυλάξεις για μια άλλη, πολύ μεγάλη, διεθνή διοργάνωση. Εδώ και κάποιους μήνες έχει γίνει γνωστό, πως η ‘Documenta’ του Κάσελ, η δεύτερη μεγαλύτερη διοργάνωση σύγχρονης τέχνης στην Ευρώπη, σε μια ρηξικέλευθη απόφαση για την ίδια αλλά και για το μέλλον κάθε άλλης διοργάνωσης, αποφάσισε να πραγματοποιήσει και να φιλοξενήσει από κοινού με την Αθήνα την επόμενη διοργάνωση, το 2017. Κάτι που φαντάζει χαρμόσυνο για το μέλλον της εγχώριας εικαστικής σκηνής αλλά και της εικόνας που παρουσιάζει η πόλη, τώρα δημιουργεί προβληματισμό για τα ευτράπελα που θα μπορούσαν να σημειωθούν αν κάποιος αποφάσιζε ότι κάτι, όπως το γυμνό σώμα ή το φιλί ανάμεσα σε δύο άνδρες τον προσβάλει. Ελπίζω πάντως, πως το Κάσελ θα μπορέσει να μάθει περισσότερα πράγματα για εμάς, εκτός από την απαγόρευση ή τη λογοκρισία, αλλά και εμείς με την ευκαιρία αυτή θ’ αποκτήσουμε οικειότητα, όπως και μια πιο ανεκτική και συμβιωτική σχέση με τον δημόσιο χώρο και την πολυμορφική τέχνη που μπορεί να παραχθεί απρόσκοπτα στην περιοχή αυτή.

Share