Transparent in America (Μερος 1)

Τα τελευταία χρόνια, τεράστια άλματα έχουν πραγματοποιηθεί στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται κι απεικονίζονται τα άτομα διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού σε αμερικανικές, κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές παραγωγές. Για τις ανάγκες των οποίων, ολοένα και πιο πολλά στούντιο επενδύουν ποσά, αγοράζουν τα δικαιώματα σημαντικών μυθιστορημάτων, χρησιμοποιούν ταλαντούχους ηθοποιούς ή καταξιωμένους σκηνοθέτες. Δημιουργούν παραγωγές υψηλού επιπέδου που πετυχαίνουν να περάσουν σε πιο μεγάλα, ανάμεικτα ακροατήρια, ένα ισχυρό και αναντίρρητο μήνυμα, αποδοχής, ανεκτικότητας και ισότητας. Από τον απαγορευμένο και αντισυμβατικό έρωτα του Τζακ (Τζέικ Τζίλενχαλ) και του Ένις (Χιθ Λέτζερ) στο συντηρητικό και ομοφοβικό Γουαϊόμινγκ της δεκαετίας του 1960 (‘Το Μυστικό του Brokeback Mountain’ του Ανγκ Λι, 2006), στη βιογραφία – αγιογραφία για τη δολοφονία του ακτιβιστή για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, Χάρβεϊ Μιλκ (Σον Πεν) σ’ ένα πιο προοδευτικό μα ανέτοιμο Σαν Φρανσίσκο της δεκαετίας του 1970 (‘Milk’ του Γκας Βαν Σαντ, 2008), γίνεται μια φιλότιμη προσπάθεια αποκατάστασης, ώστε τα ομοφυλόφιλα άτομα να βγουν από το περιθώριο του άγριου σαδομαζοχιστικού σεξ (‘Το Ψωνιστήρι’, 1980) και των ναρκωτικών ή της πορνείας (‘Το Δικό μου Αϊντάχο’, 1991) και να παρουσιαστούν ως άνθρωποι που μοιράζονται τις ίδιες ανάγκες, επιθυμίες και αγωνίες με τον οποιονδήποτε.

Όπως ο Μπεν (Τζον Λίθγκοου) και ο Τζορτζ (Άλφρεντ Μολίνα), ένα αξιολάτρευτο ζευγάρι, που ύστερα από τέσσερις δεκαετίες, έμπρακτης αγάπης και υποδειγματικής αφοσίωσης, θα παντρευτούν και όλα όσα ονειρεύονταν θα γίνουν προς στιγμήν, πραγματικότητα. Έστω κι αν γνωρίζουν, πως καραδοκεί ακόμη η πιθανότητα να λυγίσουν και να μην τα καταφέρουν κάτω από το οικονομικό βάρος μιας απροετοίμαστης και ανελαστικής κοινωνίας (‘Η Αγάπη είναι Παράξενη’ του Άιρα Σακς, 2014). Συγχρόνως, δεν επιχειρείται μόνο, να δοθεί φωνή και υπόσταση στα άτομα που όλα αυτά τα χρόνια κρύβονταν ή περιθωριοποιούνταν, αλλά και να καταρριφθούν και να επανερμηνευθούν τα αναχρονιστικά, θρησκευτικά διδάγματα περί ετεροφυλόφιλης κανονικότητας, καθώς επίσης και τα καταχρηστικά στερεότυπα – πρότυπα της ανδροκρατούμενης παντοκρατορίας, με τα οποία βομβαρδίζονταν οι κοινωνίες επί πολλούς αιώνες. Η Νικ (Άνετ Μπένινγκ) και η Τζουλς (Τζούλιαν Μουρ), είναι δυο δυναμικές, ανεξάρτητες από το κυρίαρχο φύλο, παντρεμένες γυναίκες, που έχουν αποκτήσει παιδιά από ανώνυμο δωρητή σπέρματος (‘Τα Παιδιά είναι Εντάξει της Λίσα Τσολοντένκο, 2010).

Annette Bening (left) and Julianne Moore (right) star as Nic and Jules in Lisa CholodenkoÕs THE KIDS ARE ALL RIGHT, a Focus Features release. Photo Credit: Suzanne Tenner

Και στις δυο περιπτώσεις, παρακολουθούμε ζευγάρια – υποσύνολα με τα οποία μπορεί να ταυτιστεί κάποιος, ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσανατολισμού, μιας και επικαλούνται δοκιμασμένα σχήματα (σχέση – γάμος – παιδιά – οικογένεια) που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εξακολουθούν να θεωρούνται αποδεκτά και προσδοκώμενα από όλες τις κοινωνίες. Επομένως, μπροστά στην επιδίωξη της ισότητας επιχειρείται μια αναπόφευκτη επίκληση στην ετεροφυλόφιλη κανονικότητα, που πηγάζει τόσο από την αποξένωση και την αδικία όσο και από την επιθυμία για αναγνώριση και αποδοχή. Το ερώτημα που τίθεται εύλογα εδώ είναι, ποιός ενσωματώνει και ποιός συμμορφώνει ποιόν; Μήπως, τα ετεροφυλόφιλα παραδείγματα προσαρμόζονται και ενδεχομένως, αναβαθμίζονται από την ομοφυλόφιλη  ιδιοσυγκρασία ή μήπως η πρόκληση και η αντισυμβατικότητα που χαρακτήριζε όλα αυτά τα χρόνια τους ομοφυλόφιλους, τιθασεύεται και περιορίζεται στις μικροαστικές συμβάσεις – δεσμεύσεις των ετεροφυλόφιλων. Η αλήθεια δεν θα μπορούσε παρά να βρίσκεται κάπου στη μέση, και μέχρι να μεταλλαχθεί σε κάτι καινούργιο ή να απαγκιστρωθεί από μια τόσο τετριμμένη συνθήκη, κρίνεται απαραίτητο, οι ομοφυλόφιλοι να έχουν ίση μεταχείριση και ανεμπόδιστη πρόσβαση σε οποιοδήποτε ετεροφυλόφιλο, κοινωνικό θεσμό και μοντέλο.

Τί γίνεται, όμως, με τα άτομα που δεν ακολουθούν τα συγκαταβατικά χαρακτηριστικά μιας ευανάγνωστης και αναδιπλωμένης γκέι κουλτούρας, αλλά αφορούν μια πολύ πιο μικρή, στιγματισμένη και περιθωριοποιημένη μειονότητα; Πώς αντιμετωπίζονται τα άτομα που απεκδύονται εντελώς τους κανόνες της κοινωνικής κανονικότητας και συμπεριφέρονται με δικούς τους κώδικες επικοινωνίας ή συμπεριφοράς (εξωτερική εμφάνιση, στάση σώματος, τρόπος σκέψης, χρήση γλώσσας); Πού η βιολογική, φυσική τους ταυτότητα, δεν συνάδει με το περιοριστικό, κοινωνικό φύλο (άνδρας ή γυναίκα) που τους έχει αποδοθεί; Τί συμβαίνει, με όσους δεν δύναται να επαναπαυθούν με την ιδέα πως βρίσκονται εγκλωβισμένοι σ’ ένα σώμα, ξένο και ακατάλληλο, και επιθυμούν να το παραποιήσουν για να μην ασφυκτιούν; Πώς διαχειρίζεται η κοινωνία των κυρίαρχων φύλων και των σεξουαλικών ρόλων, όλους όσους επιχειρούν τμηματικές ή ολικές παρεμβάσεις, προκειμένου να αποκαταστήσουν τη σωματική τους ατέλεια και τη λανθασμένη, βεβιασμένη, κοινωνική τους ταυτοποίηση; Πώς απαθανατίζει ο κινηματογραφικός ή τηλεοπτικός φακός τα άτομα που έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν σε επαναπροσδιορισμό του κοινωνικού τους φύλου (διεμφυλικά άτομα);

Transparent In America - Boys Don't Cry

Από το σοκαριστικό στερεότυπο του ψυχικά διαταραγμένου και αιμοσταγούς, Μπούφαλο Μπιλ (Τεντ Λεβίν) που αρέσκεται να δολοφονεί και να συλλέγει κομμάτια από τα γυναικεία, αδυνατισμένα σώματα των ανυποψίαστων θυμάτων του, επειδή στην πραγματικότητα δεν μπορεί να αποδεχθεί (αυτός και η συντηρητική κοινωνία) τη γυναικεία φύση που βρίσκεται ερμητικά (απο) κλεισμένη κάτω από το ανδρικό του δέρμα και την ‘αδόκιμη’ περίπτωση της αλλαγής φύλου (‘Η Σιωπή των Αμνών’ του Τζόναθαν Ντέμι, 1991), μέχρι την αξιοθρήνητη και απάνθρωπη κατάληξη που θα έχει ο αδικοχαμένος, Μπράντον Τίνα (Χίλαρι Σουάνκ), μια ανδρική ψυχή αιχμάλωτη σε γυναικείο κορμί που θα δολοφονηθεί με άγριο τρόπο, αφού προηγουμένως χτυπηθεί και βιαστεί από τους ετεροκανονικούς συνομηλίκους του, όταν αυτοί συνειδητοποιήσουν την αυθεντική του ταυτότητα (‘Boys don’t Cry’ της Κίμπερλι Πιρς, 1999), η απόσταση δεν φαντάζει διαφορετική ή μεγάλη, καθώς μαρτυρά, το πως τα φοβικά ή εκδικητικά αντανακλαστικά μιας κοινωνίας μετατρέπουν ένα περιθωριοποιημένο άτομο σε θύτη ή σε θύμα. Μια τόσο επικίνδυνα μονόπλευρη και δυσοίωνη αντιμετώπιση, όπως ήταν αναμενόμενο, αποδοκιμάστηκε ποικιλοτρόπως από υπέρμαχους των δικαιωμάτων για την αμαύρωση που καλλιεργούσε, ενώ σταδιακά έδωσε το έναυσμα και τη δυνατότητα να αποτυπωθούν πιο προσιτές, αισιόδοξες και ανθρώπινες εκδοχές, των διεμφυλικών ατόμων.

Μέσα από το ιδιόρρυθμο, κινηματογραφικό ιδίωμα του ροκ μιούζικαλ, η μεταμορφωμένη Χέντγουιγκ (Τζον Κάμερον Μίτσελ) εξιστορεί σε παρηκμασμένα μπαρ και καταγώγια την πολύπαθη ιστορία της. Ο παθιασμένος έρωτας του Χάνσελ, με έναν Αμερικανό στρατιώτη στο Ανατολικό Βερολίνο, αλλά και το όνειρο της μετανάστευσης – απόδρασης στη Δύση, θα τον οδηγήσει σε μια αποτυχημένη επέμβαση αλλαγής φύλου (μια ίντσα έχει πάρει τη θέση του μορίου) και σε μια επαναλαμβανόμενη διάψευση και αναθεώρηση των σεξουαλικών, συναισθηματικών και επαγγελματικών προσδοκιών (‘Hedwig and the Angry Inch’ του Τζον Κάμερον Μίτσελ, 2001). Παράλληλα, μια ταινία δρόμου, διαποτισμένη με κωμικές πινελιές, δίνει τη δυνατότητα στην Μπρι (Φελίσιτι Χάφμαν) να ταξιδέψει στην καρδιά της Αμερικής (και του εαυτού της) μαζί με τον αποφυλακισμένο και άγνωστο μέχρι πρότινος, υιό της, επιχειρώντας να αναμετρηθεί με τους λογαριασμούς του ανδρικού της παρελθόντος, λίγο πριν περάσει από τη διαδικασία αλλαγής φύλου (‘Transamerica’ του Ντάνκαν Τάκερ, 2005).

Transparent In America - Transamerica

Μπορεί οι δυο παραπάνω ταινίες, να απέχουν παρασάγγας σε ύφος, ιδιοσυγκρασία και εποχή, μοιράζονται όμως, την ίδια, ασυγκράτητη αγωνία για αποδοχή και αναγνώριση από οικεία, αγαπημένα πρόσωπα της νέας ταυτότητας, του πραγματικού φύλου. Και ενώ στην πρώτη περίπτωση, έχουμε μια ειρωνικά – συμβολικά αποτυχημένη και οριακά επιθυμητή αλλαγή, στη δεύτερη θα είναι απολύτως συνειδητή και γι’ αυτό επιτυχημένη. Η αποδοχή, όμως, θα είναι ένα ζήτημα – αίτημα που θα πάρει λίγο καιρό ακόμη για να συζητηθεί στις σωστές διαστάσεις, και μάλιστα κάτι τέτοιο δεν θα πραγματοποιηθεί στο κινηματογραφικό πανί, αλλά θα ακολουθήσει την πολύ πιο προοδευτική και τολμηρή, τηλεοπτική οδό. Εκεί, όπου, η Σοφία Μπουρσέτ (Λαβέρν Κοξ), πριν βρεθεί κρατούμενη στις γυναικείες φυλακές για οικονομικές ατασθαλίες θα έχει φροντίσει να προβεί σε εγχείριση αλλαγής φύλου (Orange is the New Black του Τζένσι Κόναν, 2011). Παρόλο που η Σοφία βρίσκεται στο πλέον απαγορευμένο περιβάλλον, θα επιχειρήσει να αποκαταστήσει τη ρημαγμένη της σχέση με τον προδομένο από τις πράξεις της, γιο. Προηγουμένως, θα έχει καταφέρει να αποκτήσει έναν σημαντικό σύμμαχο σε αυτή την προσπάθεια, στο πρόσωπο της συζύγου που μέχρι ένα σημείο ακόμη βλέπει και παλεύει να αποδιώξει τον άνδρα που παντρεύτηκε και αγαπά.

Ψήγματα ζήλειας και αδικαιολόγητου εγωισμού θα γίνουν ορατά και από την πλευρά της Σοφίας, όταν η πρώην σύζυγος επιχειρήσει να προχωρήσει στην προσωπική της ζωή, ενώ ο αστάθμητος και καθοριστικός παράγοντας της ύπαρξης ενός παιδιού δεν μας αφήνει να αντιληφθούμε καθαρά τι θα συνέβαινε σε αυτή τη σχέση αν η παρουσία του δεν υπήρχε. Όπως και να ‘χει, πρόκειται για μια αξιέπαινη προσπάθεια ώστε να αντιμετωπιστεί το θέμα με προσοχή και υπευθυνότητα. Επιπρόσθετα, από όλους τους χαρακτήρες της σειράς είναι ο πληθωρικός χαρακτήρας της Σοφίας Μπουρσέτ που κλέβει με ευκολία την παράσταση. H Λαβέρν Κοξ είναι και στην πραγματικότητα διεμφυλική και μάλιστα με έντονη ακτιβιστική δραστηριότητα. Η εμφάνιση της σε αυτή τη σειρά, της δίνει το προνόμιο να είναι το πρώτο άτομο που συμμετέχει ανοιχτά σε μια σειρά που έχει αγαπηθεί από κοινό και κριτικούς. Οι διακρίσεις για την ερμηνεία της αυτή, αποτελούν μια μικρή νίκη όχι μόνο για την ίδια, αλλά και για κάθε άλλο, διεμφυλικό άτομο που αποκλείεται συνεχώς από την ανδροκρατούμενη και σεξιστική βιομηχανία του θεάματος. Σε μια άλλη σειρά πάλι, εκεί όπου πειράματα και συνωμοσίες λαμβάνουν δράση, η απροσδόκητη εμφάνιση ενός κλώνου με το όνομα Τόνυ (Τάνια Μασλάνι) καταφθάνει για να καταγραφεί ως ο πρώτος διεμφυλικός κλώνος και να προστεθεί στην αξιόλογη πινακοθήκη χαρακτήρων που πλάθει με ερμηνευτική δεξιοτεχνία η ίδια η ηθοποιός (‘Orphan Black’ των Γκρέαμ Μάνσον και Τζον Φόσετ, 2013). Ο Τόνυ, θα εμφανιστεί στα τελευταία επεισόδια του δεύτερου κύκλου, σε μια σειρά φαντασίας, όπου από την πρώτη σεζόν, ζητήματα που αφορούν την ταυτότητα και τη σεξουαλικότητα των χαρακτήρων βρίσκονται απροκάλυπτα στο προσκήνιο. Ενδεικτικό είναι πως, ανάμεσα στους ρόλους – κλώνους που υποδύεται η Μασλάνι, υπάρχει και το ομοφυλόφιλο αντίγραφο της.

Share