The Long Goodbye
Από τότε που εμφανίστηκε στα πράγματα ο πακιστανικής προέλευσης ηθοποιός, μουσικός και ακτιβιστής Ριζ Άχμεντ, ποτέ δεν φοβήθηκε να εξωτερικεύσει το συναίσθημα και να πει τη γνώμη του. Είτε με τους θαυμάσιους ρόλους που επιλέγει να ερμηνεύσει [ως Σαφίκ στον ‘Δρόμο για το Γκουαντάναμο’ (2006) του Μάικλ Γουιντερμπότομ και ως Ρούμπεν στον ‘Ήχο από Μέταλλο’ (2019) του Ντάριους Μάρντερ] και τις ρίμες που ξεστομίζει σαν ράπερ [στο άλμπουμ ‘Microscope’ (2011) και σε μια συλλογή μουσικής όπως το ‘Englistan’ (2016)], είτε με τους παθιασμένους λόγους που βγάζει (στη Βουλή των Κοινοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου, για την αξία της διαφορετικότητας στα μέσα ενημέρωσης) και τις ενέργειες που κάνει για να συνδράμει τους κατατρεγμένους (συνεργαζόμενος με την Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης για Καταστροφές, για να συγκεντρωθούν χρήματα για τους πρόσφυγες Ροχίνγκια στη Μιανμάρ), το έργο του αντικατοπτρίζει αυτό που συμβαίνει στον κόσμο. Μετά από ένα προσωπικό κινηματογραφικό εγχείρημα στο οποίο διετέλεσε και χρέη σεναριογράφου και παραγωγού (‘Mogul Mowgli’, 2020) και προκειμένου να συμπέσει και με την κυκλοφορία του τελευταίου του άλμπουμ (‘The Long Goodbye’, 2020), ο Ριζ Άχμεντ ήρθε σε επαφή με την ανοιχτή σε νέες ιδέες πλατφόρμα δημιουργίας WePresent και τον αρκετά υποσχόμενο σκηνοθέτη Ανέιλ Καρία, για μια επίκαιρη μικρού μεγέθους ταινία. Ένα συναρπαστικό στην εξέλιξη και συναισθηματικά επονείδιστο έργο, που αναπαρασταίνει ένα δυστοπικό, όχι και τόσο μακρινό μέλλον, για τους ανθρώπους που έχουν διαφορετικό χρώμα και διαβιούν υπό συνεχόμενο τρόμο στο περιθώριο των κοινωνιών. Με τη ραγδαία άνοδο συντηρητικών και εθνικοσοσιαλιστικών πολιτικών μορφωμάτων, ένα αυθαίρετο και καταπιεστικό μέλλον για τις μειονότητες που αρχής γενομένης του Ηνωμένου Βασιλείου, της Αυστρίας, της Δανίας, μα και άλλων δυτικών, ή και πιο ανατολικών περιοχών, πιθανότατα να ευρίσκεται ήδη εδώ.
Παρά τη ζωηρή κίνηση της κάμερας και τον γρήγορο ρυθμό, τα πρώτα λεπτά του ‘The Long Goodbye’, δίνουν την αίσθηση της ασφάλειας και της αρμονίας, έτσι όπως εισαγάγουν τον θεατή στο εσωτερικό της διώροφης οικίας μιας πολυμελούς οικογένειας μουσουλμανικής καταγωγής και μαζί με εδραιωμένες συνήθειες της καθημερινότητάς της, βλέπει ετοιμασίες έκτακτες, επειδή κάποιο μέλος της σκοπεύει να παντρευτεί. Κομμάτι τούτης της οικογένειας είναι και ο Ριζ (Ριζ Άχμεντ), που εκτός του ότι επιδίδεται σε χορευτικές επιδείξεις με το πιο νεαρό μέλος, τον Νας (Λέον Ουγκ) ή πειράζει τον ερωτοχτυπημένο Καρίμ (Ρις Σαχ), βοηθάει την Αμινά (Χουσίνα Ράτζα), που είναι εκείνη που επρόκειτο να νυμφευθεί. Η γνωριμία με τα άτομα που συνθέτουν τη φαμίλια γίνεται εν τάχει και καταλαμβάνει το πρώτο μισό, ο Ανέιλ Καρία όμως, που συνέγραψε μαζί με τον Ριζ Άχμεντ το συγκλονιστικό σενάριο, αναμένεται να αιφνιδιάσει με τον πλέον δυσάρεστο και σκληρό τρόπο, στο δεύτερο σκέλος της ταινίας.
Μέσα σε περιβάλλον απεριόριστης ευτυχίας και αγάπης, που φαινομενικά φαίνεται καλά προστατευμένο, τίποτα δεν δύναται να προϊδεάσει για την εκ διαμέτρου αντίθετη συνέχεια, γι’ αυτό και το σοκ είναι τεράστιο και απαιτεί γερό στομάχι. Το μίσος και η απανθρωπιά θα εισέλθει υπέρ το δέον στη διώροφη οικία, όταν μια παραστρατιωτική ομάδα που εκφράζει τη φυλετική καθαρότητα και ενεργεί υπό το συναινετικό βλέμμα των αστυνομικών οργάνων και την ουδετερότητα των λευκών γειτόνων, υφαρπάξει με τη βία κάθε ένα από τα μέλη της πολυμελούς οικογένειας και τα κατευθύνει στον εξωτερικό χώρο. Σε μια σεκάνς όπου έχει κινηματογραφηθεί με το νεύρο που είδαμε στο ‘’71’ (2014) του Γιαν Ντεμάνζ και έτσι όπως εκτυλίσσεται δραματουργικά παραπέμπει στα ‘Μαθήματα Αμερικανικής Ιστορίας’ (1998) του Τόνι Κέι, αλλά και σε πραγματικά περιστατικά κρατικών δολοφονιών που συντάραξαν το Ηνωμένο Βασίλειο (της 40χρονης Τζαμαϊκανής Τζόι Αντζέλια Γκάρντνερ, το 1991 και του 46χρονου Ανγκολέζου Τζίμι Μπουνένγκα, το 2006), ο Ανέιλ Καρία τοποθετεί τον θεατή στην ανήμπορη θέση των μελών της οικογένειας, και προ παντός των αρσενικών που στέκονται γονατισμένοι και ακινητοποιημένοι στην άσφαλτο, φοβούμενοι για τη ζωή τους. Δεκαετίες μετά από εκείνο που αναφέρεται από κάποιους ιστορικούς ως «ο αυτοκρατορικός αιώνας της Βρετανίας», και λιγοστά χρόνια αφότου ξεκίνησε «ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», στην τόσο διχαστική και αμφίσημη μετά-Brexit εποχή, δηλαδή, όπου κατά κάποιο τρόπο, η ανθρωπότητα βιώνει ακόμη τις επιπτώσεις της αναμφισβήτητης βρετανικής επικυριαρχίας και τις προσπάθειες για περιορισμό και επιβολή της τάξεως εκεί που υπάρχει αστάθεια και δεν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα, ο Ανέιλ Καρία προβάλλει μια ζοφερή πραγματικότητα, όπου επειδή είναι και πέραν της μυθοπλασίας ως έναν βαθμό αληθινή, δεν χαρίζεται στους ήρωές του ‘The Long Goodbye’. Χάρη, πάντως, στην πολύτιμη συμβολή του Ριζ Άχμεντ, που στο καταληκτικό μέρος καταργεί τον τέταρτο τοίχο και απευθύνεται στον θεατή, εξεμώντας ρίμες με απαράμιλλη μεθοδικότητα από ένα βιωματικό τραγούδι σαν το ‘Where You From’, προσφέρει ταυτόχρονα, έναν προσγειωμένο και ποιητικό, συγκρατημένο και ορμητικό, σε κάθε περίπτωση, παρηγορητικό και αφυπνιστικό επίλογο από αυτούς που είναι δύσκολο να ξεχάσει κάποιος, και δεν θα έπρεπε από τη στιγμή που υπάρχουν κυβερνήσεις που κρατούν και απελαύνουν ανθρώπους αθώους, κατά το δοκούν, και κοινωνίες που δεν εντάσσουν με ομαλότητα και επί ίσοις όροις, όσους επιτυγχάνουν να διεκδικήσουν και να πάρουν άσυλο.
Έχοντας ζήσει δυσχερή χρόνια αποδοχής και ενσωμάτωσης, κατά την παιδική και εφηβική του ηλικία, και βλέποντας με προβληματισμό και ανησυχία το πόσο εχθρική και αφιλόξενη εξελίσσεται η πραγματικότητα γύρω του, ενώ υποτίθεται πως υπήρξε μια προσπάθεια προς την αντίθετη κατεύθυνση, ο Ριζ Άχμεντ ένιωσε σαν καθαρτήρια εμπειρία τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της προκείμενης ταινίας (ή και του ομότιτλου άλμπουμ που παρότι έχει μια διαφορετική σκέψη αναπτύχθηκε από τον ίδιο σπόρο), γι’ αυτό και τα όσα εξαπολύει στον ανατριχιαστικό μονόλογο, εκπηγάζουν από τα βάθη της ψυχής του. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, για κάθε έναν από τους εμπλεκόμενους (από τον σκηνοθέτη και συν-σεναριογράφο Ανέιλ Καρία που επίσης, δεν είναι παραδοσιακά Βρετανός μέχρι τους δευτεραγωνιστές που παρίστανται στο πλευρό του Ριζ Άχμεντ και προέρχονται από διάφορες περιοχές της νότιας Ασίας), το ‘The Long Goodbye’ αποτελεί μια καταβύθιση στα βιωμένα συναισθήματα. Που επειδή υφίσταται ειλικρινής διάθεση και επιθυμία για αμοιβαία κατανόηση, λειτουργεί και σαν «αντίδοτο» απέναντι στη θλιβερή τάση των ανθρώπων να διαιρούνται αναμεταξύ τους. Σαν «αντίδοτο» στους διάσπαρτους πληθυσμούς, που δεν αρκεί που είναι απομακρυσμένοι από τον τόπο τους, αισθάνονται και αποκομμένοι και ανασφαλείς, στη νέα τους επικράτεια.