Η αυτοκτονια μιας διαπομπευομενης οροθετικης
”Είμαι μια από τις 27 τοξικοεξαρτημένες οροθετικές γυναίκες που διαπομπευθήκαμε το 2012, μας υποχρέωσαν σε λήψη αίματος για τεστ HIV/AIDS, και στη συνέχεια μας φυλάκισαν για διάστημα έως ένα χρόνο, με την κατηγορία της πορνείας και της ”βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης” στους υποτιθέμενους πελάτες μας – Κατερίνα”.
Τον Μάιο του 2012, πραγματοποιήθηκε μια χωρίς προηγούμενο προεκλογική υγειονομική σκούπα – ένα αποτρόπαιο κυνήγι μαγισσών. Περισσότερες από εκατό ιερόδουλες / τοξικομανείς προσήχθησαν με ψευδή αιτιολογία και αναγκάστηκαν να υποβληθούν σε υποχρεωτική εξέταση για να διαπιστωθεί αν είναι φορείς του ιού HIV/AIDS. Είκοσι επτά από αυτές βρέθηκαν θετικές στον ιό και αντί οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς να τις προστατέψουν και να τις παρέχουν την απαραίτητη θεραπευτική αγωγή και φροντίδα τις προφυλάκισαν για σχεδόν ένα χρόνο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, επέτρεψαν να δοθούν στη δημοσιότητα οι φωτογραφίες και τα προσωπικά τους στοιχεία με αποτέλεσμα την κοινωνικώς απαράδεκτη και ιατρικώς αντιδεοντολογική διαπόμπευση τους.
Ο τότε Υπουργός Υγείας κ. Α. Λοβέρδος δήλωνε χαρακτηριστικά, ”Η υγειονομική βόμβα του AIDS δεν βρίσκεται πλέον μέσα στο γκέτο των αλλοδαπών όπως συνέβαινε μέχρι πρότινος, ξέφυγε από το γκέτο τώρα. Προσωπικά αλλά και όλες οι αρμόδιες αρχές προσπαθήσαμε πολύ γι’ αυτό, για να μην ξεφύγει. Γι’ αυτό φώναζα τους τελευταίους μήνες: μην πηγαίνετε με παράνομα εκδιδόμενες αλλοδαπές.” ενώ σε άλλο σημείο καυχιόταν ”αντιμετώπισα πολλή δυσπιστία, και μέσα και έξω. Έδωσα μία μάχη και την κέρδισα. Αλλά έπρεπε πάρα πολύ να κουραστώ και με περνάγανε και οι μεν ξένοι για ζητιάνο, ότι τα λέω αυτά γιατί θέλω λεφτά, και οι δε για δημαγωγό”.
Για να δημιουργηθεί κλίμα ανασφάλειας και φόβου έπρεπε να χρησιμοποιηθεί ένας χώρος (οίκος ανοχής) στον οποίο μπορεί να έχει πρόσβαση ο μέσος άρρεν Έλληνας και μια ιδιότητα (σεξουαλική) ικανή να μεταδώσει, υπό προϋποθέσεις, σωρεία νοσημάτων. Για να καλλιεργηθεί επαρκώς στη συνείδηση του τηλεθεατή η έννοια της απασφαλισμένης υγειονομικής βόμβας έπρεπε να ξεπεράσει τα όρια του οίκου ανοχής και να φτάσει στο πεζοδρόμιο, έπρεπε να βγει από τα περιθωριακά γκέτο και να εισχωρήσει στα υπνοδωμάτια των αστών. Για να φανεί πως η κυβέρνηση έστω και έκτακτα (παραμονές των εκλογών) ενδιαφέρεται για το καλό του φιλήσυχου οικογενειάρχη έπρεπε να επιτρέψει να δημοσιοποιηθούν τα στοιχεία των ταλαίπωρων αυτών γυναικών και να αθωωθεί από κάθε παράπτωμα ή ευθύνη ο νόμιμος και ηθικός πολίτης.
Οι περισσότερες από αυτές τις γυναίκες δεν συνελήφθησαν σε παράνομους οίκους ανοχής και δεν ήταν εκδιδόμενες. Προσήχθησαν από κεντρικούς δρόμους και πλατείες και ήταν άστεγες και τοξικομανείς. Για κακή τύχη ή προς μεγάλη έκπληξη των αρμόδιων κρατικών αρχών οι πιο πολλές δεν ήταν καν αλλοδαπές αλλά Ελληνίδες. Οδηγήθηκαν σε αστυνομικά τμήματα για εξακρίβωση στοιχείων και κατέληξαν στα υπόγεια των τμημάτων αυτών να κάνουν έλεγχο για τον ιό του HIV. Είναι προφανές πως τις αντιμετώπισαν απάνθρωπα και αυτό το γνωρίζει όποιος έχει περάσει από τη ψυχοφθόρα, συνήθως, διαδικασία που προηγείται της απόφασης για να πραγματοποιηθεί η εν λόγω ειδική εξέταση. Όχι να σε οδηγήσουν στο αστυνομικό τμήμα και να σε υποχρεώσουν μέσα σε λίγα λεπτά να εξεταστείς υπό συνθήκες που παραπέμπουν σε κράτηση παρά σε νοσηλεία και μάλιστα χωρίς την παρουσία δικηγόρου και την επαρκή ενημέρωση από κάποιο γιατρό.
Οι γυναίκες αυτές στοιβάχτηκαν και με τσαλακωμένο κάθε ίχνος ανθρώπινης αξιοπρέπειας οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη. Εκεί αντί να αναγνωριστεί το στοιχειώδες, ότι παραβιάστηκαν θεμελιώδη δικαιώματα, κρίθηκαν προφυλακιστέες. Σε βάρος τους ασκήθηκε ποινική δίωξη για τετελεσμένη και σε απόπειρα βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη (1)*. Σύμφωνα, με τη βαριά αυτή κατηγορία, οι γυναίκες αυτές ήθελαν ή ενδέχεται να επιθυμούσαν να μεταδώσουν με δόλο το δολοφονικό αυτό ιό. Τ’ ότι και οι ίδιες ήταν ασθενείς (τόσο ως οροθετικές όσο και ως τοξικομανείς) και χρειαζόντουσαν εσπευσμένα βοήθεια και νοσηλεία φαίνεται να μην απασχόλησε ποτέ κανέναν υπεύθυνο στα σοβαρά.
Υποθέτω πως τα γάντια και οι μάσκες που φορούσαν αστυνομικοί και γραφιάδες στην Ευελπίδων εκτός από ανεπίτρεπτη και επικίνδυνη συμπεριφορά άγνοιας και σκοταδισμού δείχνει και μια προσπάθεια να κρατήσουν καθαρά τα χέρια τους από την (προσωρινή) καταδίκη που τους επεφύλαξαν. Ενώ οι ψευδείς και τροποποιημένες φωνές που ακούστηκαν χωρίς φειδώ στα τηλεπαράθυρα ήταν από φόβο μήπως και οι δικοί τους φιλήσυχοι σύζυγοι είχαν γευθεί τη χαρά να συνουσιαστούν με κάποια από αυτές τις γυναίκες ή με όσες άλλες παρέμεναν ακόμη ελεύθερες.
”Η κατηγορία της πορνείας δεν αποδείχθηκε, και στη δίκη δύο από εμάς στις 4/4/2014 ενάντια στο ελληνικό κράτος για παράνομη φυλάκιση, κερδίσαμε αποζημίωση ύψους… 10 ευρώ την ημέρα – Κατερίνα”.
Είχε προηγηθεί η μετατροπή της κατηγορίας από κακούργημα σε πλημμέλημα και η καθυστερημένη αθώωση τους. Αν είχαν παραπεμφθεί εξαρχής για πλημμέλημα δεν θα είχαν οδηγηθεί στη φυλακή. Το κατηγορητήριο δεν ήταν αρκετό για να τις καταδικάσει αλλά ούτε και για να ζητήσει επαρκώς συγγνώμη. Η δικαιοσύνη μπορεί για κάποιους να στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων ως όφειλε, αυτό όμως, συνέβη μήνες μετά από τη ανεκδιήγητη σύλληψη των συγκεκριμένων γυναικών.
Δύο από αυτές θα αποζημιωθούν, οι υπόλοιπες όμως έχασαν (δεν πρόλαβαν) το δικαίωμα για αποζημίωση και αποκατάσταση από την παράνομη κράτηση τους. Ακόμη κι έτσι, τα 10 ευρώ (!)για κάθε ημέρα φυλάκισης (οι δικηγόροι είχαν αιτηθεί για 30 ευρώ ημερησίως λόγω ειδικών συνθηκών και αυτό δεν έγινε δεκτό) είναι εξευτελιστικά λίγα, μπροστά σε όλα όσα πέρασαν και συνεχίζουν να περνούν αυτές και οι οικογένειες τους. Από τη σύλληψη μέχρι την διαπόμπευση τους υπάρχει σωρεία παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το χειρότερο, όμως, είναι πως ακόμη και σήμερα τα άθλια δημοσιεύματα, οι εμετικές δηλώσεις και κυρίως οι φωτογραφίες με τα προσωπικά τους στοιχεία κυκλοφορούν ελεύθερα και απροκάλυπτα στο διαδίκτυο. Κανείς δεν επιλήφθηκε ακόμη για τον περιορισμό αυτών των δεδομένων. Ο στιγματισμός εκείνων των ημερών δεν μπορεί να διαγραφεί από καμία μνήμη, πόσο μάλλον από αυτή των άμεσα θιγόμενων πλευρών και αυτό δεν υποκαθίσταται με καμία αποζημίωση ούτε με την ανάληψη της ευθύνης από τον αρμόδιο, εκείνη την εποχή, υπουργό ή εισαγγελέα.
Στα πρόσωπα επίσης, αυτών των γυναικών στιγματιζόταν και κάθε άλλος οροθετικός. Έτσι ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν γίνει κάποια μικρά αλλά καθοριστικά βήματα από ενώσεις και φορείς, ώστε η άγνοια επί του θέματος να ξεπεραστεί και ο κοινωνικός αποκλεισμός που αυτή επιφέρει να αντιμετωπιστεί, με τη διαπόμπευση αυτή ξαναερχόταν στο προσκήνιο ο κοινωνικός φόβος και η ρατσιστική συμπεριφορά με κίνδυνο να βρεθούν όλοι οι οροθετικοί και πάλι στο περιθώριο.
”Η βλάβη που μας έγινε θα κυνηγάει αιώνια εμάς και τα παιδιά μας. Εμείς όμως είμαστε φορείς δικαιωμάτων, και με τη συμπαράσταση της Ομάδας Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών και την Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης στις διωκόμενες Οροθετικές θα συνεχίσουμε να επιδιώκουμε την ηθική και υλική μας δικαίωση. Και θέλω να σας πω ότι εγώ κατάφερα να είμαι καθαρή – Κατερίνα”.
Στις 28 Νοεμβρίου, λίγες μέρες πριν την Παγκόσμια Ημέρα κατά τους AIDS και ενώ το αίτημα για την άμεση κατάργηση της επίμαχης διάταξης ΓΥ/39Α (2)* παραμένει ακόμη ανικανοποίητο, η Κατερίνα μια από τις οροθετικές δεν άντεξε άλλο το βάρος αυτού του διασυρμού και αυτοκτόνησε. Η Χρύσα Μπότση, γιατρός και μέλος της Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης στις διωκόμενες οροθετικές έγραψε με συγκινητικό τρόπο,
”Η Κατερίνα δραπέτευσε. Όσες φυλακές έζησε, όσους παραδείσους κι αν αναζήτησε στα ναρκωτικά ποτέ δεν έφτασαν. Η επιχείρηση δίωξης των οροθετικών χρηστριών πριν τις εκλογές του 2012, μάζεψε μαζί με τις άλλες κοπέλες και την Κατερίνα. Τη γνωρίσαμε κι αυτή στις φυλακές Κορυδαλλού. Ένα κορίτσι γελαστό που του άρεσαν οι αγκαλιές και τα χάδια. Ήταν διαχυτική, πάντα με φιλούσε.
Η Κατερίνα έγινε αργότερα ασθενής μου καθώς το «αδίκημα» της οροθετικότητάς της, την έφερε στην πόρτα της Μονάδας Λοιμώξεων. Γρήγορα ενεργοποιήθηκε. Μάχιμη, πήρε μέρος σε όλες τις δράσεις της πρωτοβουλίας αλληλεγγύης για τις διωκόμενες οροθετικές: μίλησε σε προβολές, σε πάνελ, σε συγκεντρώσεις για τα αυτονόητα: τα νοσήματα δεν φυλακίζονται, θεραπεύονται. Την αγαπήσαμε για το θάρρος της, την ανθρωπιά της, το ωραίο μυαλό της.
Δυο χρόνια καθαρή, όταν υποτροπίασε. Ζητούσε συγγνώμη γιατί νόμισε ότι μας απογοήτευσε. Οι δικοί μου φόβοι όμως είχαν να κάνουν με κάτι άλλο. Εμείς πόσο σωστά τη στηρίξαμε; Πόσο μπορέσαμε ν’ απαλύνουμε τους πόνους της, να την κάνουμε ικανή ν’ αντέξει ότι και οι άλλοι και άλλες αντέχουμε;
Η Κατερίνα μπήκε σε πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ. Όλα πήγαν «καλά». Σωστή στις υποχρεώσεις της, στα ραντεβού της, όμορφη με τη λεπτή φιγούρα της και μ’ εκείνο το χαμόγελο που χάλαγαν τ’ ανύπαρκτα μπροστινά της δόντια που είχαμε βάλει στόχο να φτιάξουμε. Μαζί της ο πατέρας της πάντα εκεί, κοντά της.
Κι όμως η Κατερίνα δεν ήταν καλά. Πριν λίγες μέρες αποφάσισε πως η ζωή ήταν πολύ κουραστική γι αυτήν. Δεν την άντεχε. Άφησε ένα γράμμα αποχαιρετιστήριο και πήρε την τελευταία της δόση. Μας άφησε πίσω εμάς που αντέχουμε κι αυτή έφυγε. Η Κατερίνα δραπέτευσε κι η φυγή της πληγώνει. Συγγνώμη για τη φόρτιση…”
* (1) Η βαριά σωματική βλάβη είναι εκείνη που είχε ως επακόλουθο τη βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του θύματος: τον κίνδυνο για τη ζωή του θύματος, τη βαριά και μακροχρόνια αρρώστια, το σοβαρό ακρωτηριασμό, τη μακροχρόνια εμπόδιση του παθόντος να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοια του. Η περίπτωση αυτή τιμωρείται ως πλημμέλημα με φυλάκιση από 2 έως 5 έτη. Αν όμως ο δράστης επεδίωκε το αποτέλεσμα, τότε μιλάμε για τη βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, η οποία είναι κακούργημα και τιμωρείται με κάθειρξη από 5 ως 10 έτη. Ο δόλος τους δράστη της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης θα πρέπει να είναι άμεσος, α’ βαθμού δεν αρκεί ο ενδεχόμενος.
* (2) Το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ), το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, Μονάδα Απεξάρτησης 18 ΑΝΩ, το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, Ανοιχτή Θεραπευτική Κοινότητα ΑΡΓΩ και η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), καλούν την ελληνική Πολιτεία να καταργήσει την υγειονομική διάταξη ΓΥ/39Α υποστηρίζοντας ότι «ποινικοποιεί την ασθένεια, παραβιάζει το ιατρικό απόρρητο και τα ανθρώπινα δικαιώματα και κλονίζει την εμπιστοσύνη όσων έχουν ανάγκη από βοήθεια προς τις υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής φροντίδας».
(Οι φωτογραφίες προέρχονται από το ντοκιμαντέρ ”Ruins: Οροθετικές γυναίκες. Το χρονικό μιας διαπόμπευσης” της Ζωής Μαυρούδη)