Τα πολιτικα κομματα εκτιθενται και εκθετουν μουσεια και λοιπα ιδρυματα
Στις 3 Ιανουαρίου του 2015, το Μουσείο Μπενάκη, ένα από τα γνωστότερα και πιο σημαντικά μουσεία της Αθήνας μετατράπηκε για λίγες ώρες από χώρος Πολιτισμού σε αρένα Πολιτικής. Τέχνη και Πολιτισμός επισκιάστηκαν από τον υποκριτικό λόγο ενός φαύλου και θλιβερού κύκλου. Ο Γιώργος Παπανδρέου και οι υποστηρικτές του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών (ως επί το πλείστον πρώην υπουργοί, υφυπουργοί και βουλευτές από το κατακερματισμένο ΠΑΣΟΚ) κατέκλυσαν την αίθουσα συνεδριάσεων – ομιλιών (αμφιθέατρο) του εντυπωσιακού οικοδομήματος της οδού Πειραιώς. Εκεί, ο πρώην Πρωθυπουργός αφού παρουσίασε το νέο του κόμμα (όνομα, έμβλημα, καταστατικό) έδωσε το σύνθημα για μια θριαμβευτική και αμνησιακή, κατά το δοκούν, ‘επανεκκίνηση’.
Το Μουσείο Μπενάκη, ως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις, περιφρουρήθηκε αδιακρίτως και επαρκώς. Όποιος τύγχανε να περάσει και δεν γνώριζε για τη φιλοξενία της ιδρυτικής διακήρυξης ενός νέου κόμματος στους κόλπους του ιδρύματος θα σχημάτιζε την εσφαλμένη εντύπωση πως θα επρόκειτο για τα μεγαλειώδη εγκαίνια κάποιας ανεκτίμητης και ιστορικής αξίας έκθεσης. Εκτός κι αν η παρουσία και τα ‘ανδραγαθήματα’ ενός πρώην Πρωθυπουργού καθώς επίσης και των συνδαιτυμόνων του έχει τέτοια πολυτιμότητα ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί με αυτό τον τρόπο, σαν έκθεμα ζωντανό ή σαν τεκμήριο πολιτισμού.
Πάντως, δεν είναι η πρώτη φορά που το Μουσείο Μπενάκη ‘πρασινίζει’ και φιλοξενεί εξέχουσες προσωπικότητες από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Στις 22 Μαΐου του προηγούμενου έτους ο Αντιπρόεδρος της προηγούμενης Κυβέρνησης, Ευάγγελος Βενιζέλος, έδωσε ομιλία στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση της Ελιάς – Δημοκρατικής Παράταξης που πραγματοποιήθηκε στο υπέροχο, κατ’ άλλα, αίθριο του μουσείου. Σύσσωμο το ΠΑΣΟΚ έδωσε ηχηρό παρόν, τα φλας έλαμψαν και το Μουσείο Μπενάκη γνώρισε τηλεοπτική και διαδικτυακή δόξα για κάτι που όχι μόνο δεν συνάδει με το περιεχόμενο του αλλά ούτε και προσθέτει στο εννοιολογικό πλαίσιο του μουσείου.
Εκτός κι αν δίπλα στους δεκάδες αρχιτέκτονες, εικαστικούς, ιστορικούς τέχνης και συγγραφείς που έχουν επισκεφθεί τα τελευταία χρόνια το αμφιθέατρο, το αίθριο και τους λοιπούς χώρους του συγκεκριμένου μουσείου μπορούν να σταθούν αξιοπρεπώς και κατ’ αναλογία οι παραπάνω πολιτικοί. Γιατί είναι άλλο πράγμα να καλείς σε συνέδρια και συζητήσεις καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος κάποιον βουλευτή ή πολιτικό και άλλο να διοργανώνεις και να παρουσιάζεις ολόκληρη προεκλογική φιέστα ή εγκαθίδρυση κόμματος.
Αλλά το πρόβλημα αυτό δεν έγκειται μόνο στο Μουσείο Μπενάκη. Στις 4 Οκτωβρίου, ο τέως Πρωθυπουργός της χώρας, Αντώνης Σαμαράς γιόρτασε τα 40 χρόνια από την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας σε ανοιχτή εκδήλωση στο μοντέρνο και εμβληματικό κτίριο της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών που βρίσκεται στη Συγγρού. Ενώ δύο μήνες αργότερα, στις 4 Δεκεμβρίου, ο τέως Πρωθυπουργός συμμετείχε σε ναυτιλιακό συνέδριο που περιείχε πανίσχυρους εκπροσώπους από την ελληνική και διεθνή εφοπλιστική κοινότητα. Ο κ. Σαμαράς χαιρέτησε το συνέδριο για να αποχωρήσει λίγη ώρα αργότερα προκειμένου να ‘επαναδιαπραγματευθεί’ για ακόμη μια αποτυχημένη φορά με την Τρόικα.
Τ’ ότι η μεν Στέγη χρηματοδοτείται (αποκλειστικά) και υποστηρίζεται από το Ίδρυμα Ωνάση ενώ το Μουσείο Μπενάκη λαμβάνει διεθνείς χορηγίες και τις ανταλλάσει με ισόποσες δωρεές (σύστημα matching fund) από το Ίδρυμα του Σταύρου Νιάρχου δείχνει πως τα συμφέροντα και των δύο κέντρων πολιτισμού είναι επιλεκτικά χρωματισμένα όχι μόνο πολιτικά αλλά και επιχειρηματικά. Και κάτι τέτοιο φυσικά και δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Γίνεται, όμως, όταν ένας φορέας πολιτισμού δείχνει επανειλημμένα τις πολιτικές του πεποιθήσεις – προτιμήσεις και το σύστημα που έχει επιλέξει να εκπροσωπεί. Και αυτό την τεταμένη περίοδο που διανύει η χώρα είναι τουλάχιστον προκλητικό, για να μην πω περιφρονητικό για την ίδια την ύπαρξη και λειτουργία των συγκεκριμένων φορέων.
Προφανώς και πρέπει τα μουσεία, οι θεατρικοί οργανισμοί και οι υπόλοιποι χώροι πολιτισμού να ενισχύονται οικονομικά ή να λαμβάνουν χορηγίες τη στιγμή που το ίδιο το κράτος αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να τα χρηματοδοτήσει στοιχειωδώς. Στις περισσότερες των περιπτώσεων χρειάζονται τα χρήματα προκειμένου να συντηρηθούν ή για να επιβιώσουν. Κάτι τέτοιο, όμως, καλό θα είναι να εξασφαλίζει πως οι χώροι αυτοί θα είναι σε θέση να λειτουργήσουν απρόσκοπτα και αλογόκριτα από κατευθυντήριες υποδείξεις που πηγάζουν είτε από εξωγενείς παράγοντες είτε από το ίδιο τους το εσωτερικό. Μπορεί ένας τέτοιος χώρος να είναι προϊόν κάποιου ιδρύματος αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως το τελευταίο δεν οφείλει να λειτουργεί με πλουραλισμό και αδέσμευτο πνεύμα.
Τα Κοινωφελή Ιδρύματα ενώ δημιουργούν ή στηρίζουν τέτοιους χώρους δεν δρουν τόσο ανεξάρτητα μιας και σε αρκετές περιπτώσεις ταυτίζονται με τις κυβερνητικές προτιμήσεις. Εναλλακτικά, η εκάστοτε κυβέρνηση προσαρμόζεται στα συμφέροντα και τις απαιτήσεις των ιδρυμάτων αυτών ακολουθώντας ανάλογα αναπτυξιακά προγράμματα και μοντέλα. Θα πρέπει να βρεθεί ένας κοινός τόπος ώστε να περιοριστεί η δράση αυτών που κινούν τα νήματα και τα ιδρύματα να αποδεσμευτούν πολιτικά και να επιτρέψουν στους εκπρόσωπους τους (μουσεία, θέατρα κλπ) να επιτελέσουν ελεύθερα το παιδαγωγικό τους έργο. Γιατί διαφορετικά πολύ φοβάμαι πως όσο ωραίες αναδρομικές ή σύγχρονες εκθέσεις κι αν δούμε, όσο σκεπτόμενες και πολιτικοποιημένες κι αν είναι οι παραστάσεις που έρχονται με ορμή από το εξωτερικό αλλά και από ένα ανεξερεύνητο ακόμη εσωτερικό, το συνολικό έργο ενός φορέα πάντα θα αμαυρώνεται από την επικοινωνιακή προσπάθεια των ιδρυμάτων να επιτελέσουν πολιτισμικό έργο.
Μέχρι τότε, θα γίνουμε μάρτυρες πολλών ακόμη τραγελαφικών συγκεντρώσεων, όπως αυτές που πραγματοποιεί επανειλημμένα ο βουλευτικά (για λίγες μέρες ακόμη) άσπιλος Σταύρος Θεοδωράκης και το όχι και τόσο χειμαρρώδες του Ποτάμι. Ενδεικτικά αναφέρω, ‘Ημερίδα με τις 21 Λύσεις και Διάλογος με το Ποτάμι’ (21 Σεπτεμβρίου 2014), ‘Συνεδρίαση της Επιτροπής Εκλογικού Αγώνα’ (30 Δεκεμβρίου 2014), ‘Η Πρόταση του Ποταμιού για τη Δημόσια Διοίκηση’ (10 Ιανουαρίου 2015). Όλες οι παραπάνω προγραμματικές συναθροίσεις καταχράστηκαν το αποδεδειγμένα πιο εναλλακτικό και πειραματικό, Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης. Ανυπέρβλητη, όμως, παραμένει στον ίδιο χώρο η πρώτη ομιλία που παραχώρησε πριν από 4 χρόνια ο εμβληματικός μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης και η διακήρυξη της Σπίθας, ενός ακόμη Κινήματος Ανεξάρτητων Πολιτών.
Το αχαρτογράφητο πολιτικό τοπίο των ιδρυμάτων έχει αρχίσει να εμπλουτίζεται αντί να αποσυμφορίζεται από κάθε λογής επίδοξα κινήματα και συμμαχίες. Μέσα σε όλα αυτά, σκοπίμως αποσιωπήθηκε η αμφιλεγόμενη παρουσία του εγγυημένου από το Δημόσιο δανειοδοτούμενου Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Το τελευταίο, απ’ όσο γίνεται εύκολα αντιληπτό, είναι κάτι που απαιτεί ειδική μνεία και αναφορά. Αρκεί να αναφερθεί ότι χάρη σε αυτό το καθολικό αίτημα για πολιτική αμεροληψία μετατρέπεται σε απαραίτητη συνθήκη προκειμένου να ξαναλειτουργήσει με τιμιότητα και φερεγγυότητα ένας τόσο μνημειώδης και απαραίτητος πολιτισμικός οργανισμός.