Τα Καλυτερα Soundtrack Της Χρονιας (5 -1)
5) (tie) Τα Μυαλά Που Κουβαλάς – Μάικλ Τζιακίνο
”Ο Μάικλ Τζιακίνο, επιστρέφει στις δημιουργικές περιοχές του περιώνυμου στούντιο (Pixar) και δημιουργεί ένα παιχνιδιάρικο και συγκινητικό σάουντρακ αντάξιο της μεγάλης ιστορίας που κουβαλάει. Κάτοχος ήδη ενός όσκαρ με το αξεπέραστο ‘Ψηλά στον Ουρανό’ (2010) και μιας ακόμη υποψηφιότητας με τον ‘Ρατατούη’, προσέφερε τις συνθετικές του ικανότητες σε μια ακόμη πρωτότυπη και ευρηματική ταινία που βρίσκεται πολύ κοντά στο υψηλό επίπεδο των παραπάνω δημιουργιών. Όπως, ο Πίτερ Ντόκτερ, σκηνοθέτης της ταινίας, δημιουργεί ένα ανεπανάληπτο και λεπτομερώς σχεδιασμένο οδοιπορικό στο μυαλό του ανθρώπου και το σύμπαν των συναισθημάτων, έτσι και ο Μάικλ Τζιακίνο, επιστρατεύει κάθε ορχηστρικό μέσο για να υποστηρίξει το ταξίδι αυτό και να προσδώσει υπόσταση στα συναισθήματα. Τη σπαραξικάρδια μελωδικότητα του κεντρικού θέματος (‘Bundle Of Joy’), διαδέχονται άλλες στιγμές περισσότερο περιπαιχτικές (‘Chasing The Elephant’), αγωνιώδεις (‘The Subconscious Basement’) ή και κυκλοθυμικές (‘We Can Still Stop Her’). Ο Μάικλ Τζιακίνο, αφουγκράζεται τις συναισθηματικές διακυμάνσεις της ταινίας και παρουσιάζει ένα σκορ πλούσιο σε ήχους και αποχρώσεις. Ανάλογα με το αν είναι ευχάριστη ή δυσάρεστη η ψυχολογική κατάσταση, χρησιμοποιούνται πνευστά ή έγχορδα όργανα που μόνο σκοπό έχουν να αποτυπώσουν την εντύπωση του κάθε συναισθήματος. Απαιτητικό το εγχείρημα που όμως, όπως και η ίδια η ταινία, καταφέρνει να διατηρηθεί στο ύψος των περιστάσεων και να πετύχει το στόχο του.”
Καλύτερα κομμάτια: ‘Bundle Of Joy’, ‘Nomanisone Island’, Chasing The Pink Elephant’, ‘Dream A Little Nightmare’, ‘We Can Still Stop Her’
5) (tie) Η Θεωρία Των Πάντων – Γιόχαν Γιόχανσον
”Ένα μελωδικό, σχεδόν παραμυθένιο σάουντρακ (υπήρξε υποψήφιο για χρυσή σφαίρα και όσκαρ καλύτερης μουσικής), δημιουργεί ο Ισλανδός, Γιόχαν Γιόχανσον (είναι άξιο λόγου και το εκ διαμέτρου αντίθετο, κλειστοφοβικό σκορ που συνέθεσε για το πρόσφατο, ‘Sicario’ του Ντενίς Βιλνέβ), εμπνεόμενος από τη συγκλονιστική ιστορία του σημαντικότατου, Βρετανού αστροφυσικού, Στίβεν Χόκινγκ. Δεν θα ήταν και λίγο να ισχυριστεί κανείς, πως οι αιθέριες μελωδίες του διαπερνούν την περιορισμένη και ασφυκτική ατμόσφαιρα ενός αναμενόμενα σκηνοθετημένου, βιογραφικού μελοδράματος και εκτινάσσονται στις υπεράνθρωπες και πολυσύνθετες διακλαδώσεις μιας τόσο αξιοθαύμαστης και ευφυέστατης νοημοσύνης. Είναι τόσο αμετακίνητη η θέληση για ζωή του συγκεκριμένου ανθρώπου και τέτοια η ψυχολογική υποστήριξη που είχε από την πρώτη του σύντροφο, που δεν θα μπορούσε να διαθέτει ένα λιγότερο αισθαντικό, μουσικό υπόβαθρο από τη στιγμή που ανέλαβε την ενορχήστρωση, ο Ισλανδός καλλιτέχνης. Σταθερός στις ρομαντικές και ονειρικές απολήξεις ενός κεντρικού, μουσικού θέματος (‘Domestic Pressures’), ο Γιόχαν Γιόχανσον, δεν δείχνει να περιορίζεται σ’ αυτό, τουναντίον ανοίγεται και σε άλλες πιο αφαιρετικές απόπειρες (‘Τhe Origins Of Time’). Από τη συμφωνική ευδαιμονική κατάσταση του εναρκτήριου θέματος (‘Cambridge 1963’), μέχρι την ανατριχιαστική πιανιστική κατακλείδα (‘Epilogue’), το βιογραφικό οδοιπορικό για τον Στίβεν Χόκινγκ υπογραμμίζεται και ολοκληρώνεται με τον πιο εξισορροπημένο τρόπο.”
Καλύτερα κομμάτια: ‘Domestic Pressures’, ‘Α Game Of Croquet’, ‘The Dreams That Stuff Is Made Of’, ‘Camping’, ‘ Daisy, Daisy’
4) Mad Max, Ο Δρόμος Της Οργής – Τομ Χούλκενμπεργκ (Junkie XL)
”Ο Τζορτζ Μίλερ, αποδεικνύει πως είναι ένας σημαντικός κινηματογραφικός οραματιστής, οι εικόνες του είναι τόσο μνημειώδεις και τόσο ευρηματικά σκηνοθετημένες που ξεπερνούν τις διαστάσεις μιας μικρής οθόνης. Στο ίδιο, μεγαλεπήβολο μήκος κύματος και το μουσικό κρεσέντο που υπογράφει ο Junkie XL (Τομ Χούλκενμπεργκ). Ο τελευταίος, δημιουργεί ένα απόλυτα ταιριαστό σάουντρακ που καταφέρνει να διαδεχθεί με επιτυχία του προκατόχους του (Μπράιαν Μέι και Μορίς Ζαρ). Ο δριμύτατος και κλιμακούμενος ηλεκτρισμός του δένει εξαιρετικά με όσα καταιγιστικά και βίαια διαδραματίζονται επί της οθόνης. Την ίδια στιγμή, οι πομπώδεις, επικές ενορχηστρώσεις δίνουν έναν οπερετικό χαρακτήρα στο αφιλόξενο και άνυδρο περιβάλλον της ερήμου. Οι επιρροές από τον μουσικοσυνθέτη που έντυσε μερικές από τις σπουδαιότερες ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ, τον ανυπέρβλητο Μπέρναρντ Χέρμαν, είναι ευδιάκριτες, κυρίως στον προοδευτικά απειλητικό τρόπο με τον οποίο αναπτύσσονται (‘Escape’). Οι μεταλλικοί ήχοι, οι θορυβώδεις ανατινάξεις, οι συγκρούσεις των οχημάτων, οι ανθρώπινες ιαχές, τα τεντωμένα γκάζια, η αίσθηση των φυσικών στοιχείων, συμπληρώνουν έναν πλούσιο ηχητικό καμβά, ο οποίος υποστηρίζει με αξιοθαύμαστη συνέπεια τη μουσική επένδυση. Ένα σάουντρακ, που δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει ηλεκτρικές κιθάρες (‘Storm Is Coming’) ή και μίκτες ήχου – κονσόλες (‘Brothers In Arms’), όπου και αν απαιτηθεί, για να συμπληρώσει τον καταδιωκτικό παροξυσμό του περφεξιονιστή σκηνοθέτη, Τζορτζ Μίλερ.”
Καλύτερα κομμάτια: ‘Escape’, ‘Spikey Cars’, ‘The Rig’, ‘Brothers In Arms, ‘Chapter Doof’
3) Έμφυτο Ελάττωμα – Τζόνι Γκρίνγουντ
”Το ιδιοσυγκρασιακό περιβάλλον μέσα στο οποίο λαμβάνει δράση το ‘Έμφυτο Ελάττωμα’ έχει εξέχουσα σημασία, γι’ αυτό και δόθηκε η απαραίτητη προσοχή σε κάθε λεπτομέρεια. Ο Τζόνι Γκρίνγουντ, ο διάσημος κιθαρίστας των Radiohead (επιμελήθηκε την μουσική και στις δύο τελευταίες ταινίες του αναγνωρισμένου σκηνοθέτη), παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον και αντιπροσωπευτικό για την εποχή, αμφίθυμο σάουντρακ. Τις ατμοσφαιρικές και αγωνιώδεις ακροβασίες του ίδιου, διαδέχονται διάσπαρτα, ορχηστρικά ποπ (The Tornadoes), σερφ ροκ (The Marketts), κράουτ ροκ (Can), φολκ (Neil Young), σόουλ (Minnie Riperton) εξότικα (Kyu Sakamoto) διαμάντια. Είναι όμως, οι δικές του πινελιές που δίνουν έναν ασυνήθιστο νουάρ τόνο στο παραισθησιογόνο σύμπαν της ταινίας. Ο τρόπος με τον οποίο ενορχηστρώνει την ανεξήγητη απουσία της Σάστας είναι ενδεικτικός και τον αναπτύσσει σε τρία διαφορετικά θέματα που αποτελούν και τη ραχοκοκαλιά της αταξινόμητης δημιουργίας. Αμέριστη είναι και η συνεισφορά της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λονδίνου, όχι μόνο σ’ αυτά τα θέματα αλλά και σε άλλα, πολύ πιο πειραματικά (‘Andrian Prussia’), ενώ η εξαιρετική, αφηγηματική προσφορά της Τζοάνα Νιούσομ στην ταινία επιβραβεύεται και με τη διακριτική συμμετοχή της σ’ ένα θαυμάσιο τραγούδι (‘ Under The Paving-Stones, The Beach!’). Ο Τζόνι Γκρίνγουντ, χωρίς να εγκαταλείπει τους κιθαριστικούς του αρπισμούς, υπογράφει το πιο προσβάσιμο, μα συνάμα σύνθετο και διερευνητικό σκορ της σύντομης, κινηματογραφικής του καριέρας.”
Καλύτερα κομμάτια: ‘Spooks’, ‘Shasta Fey’, ‘Andrian Prussia’, ‘ Under The Paving-Stones, The Beach!’, ‘Amethyst’
2) Σε Ακολουθεί – Ριτς Βρίλαντ (Disasterpeace)
”Ο Ντέιβιντ Ρόμπερτ Μίτσελ, υπογράφει μια παραδειγματική εφηβική ταινία τρόμου, που όχι μόνο βρίθει από πλείστες αναφορές και δάνεια αντίστοιχων ταινιών του είδους αλλά τα εμπλουτίζει με ευφάνταστο, πρωτότυπο και περιπαιχτικό τρόπο. Τίποτα, όμως, δεν δύναται ν’ αναμετρηθεί με την ποιότητα της εθιστικής, στοιχειωτικής μουσικής που συνέθεσε για τις ανατριχιαστικές ή και ρομαντικές ανάγκες της ταινίας, ο Disasterpeace (Ρίτς Βρίλαντ). Ένα ηλεκτρονικό σάουντρακ, που άλλοτε φλερτάρει με τον παρατεταμένο θόρυβο (‘Heels’) και τις ακατέργαστες συχνότητες (‘Company’) και άλλοτε με μια ρομαντική νωχελικότητα (‘Jay’) και μελαγχολία (‘Detroit’). Καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, η εικόνα συνδιαλέγεται με τον ήχο και τη μουσική, παράγοντας μερικές εξαιρετικά ατμοσφαιρικές και αγωνιώδεις στιγμές. Η χρήση της γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε αυτομάτως παραπέμπει, όχι μόνο στις εφηβικές ταινίες τρόμου (‘Νύχτα Με Τις Μάσκες’, 1978 ή ‘Παρασκευή Και 13’, 1980), αλλά χάρη στον προοδευτικό και ηλεκτρονικό της χαρακτήρα και στις τζιάλο ταινίες τρόμου (‘Βαθύ Κόκκινο’, 1975). Είναι τόσο απαραίτητος ο ρόλος που καλείται να επιτελέσει η μουσική, όπου χωρίς τη συγκεκριμένη επένδυση θα είχαμε να κάνουμε με μια ολότελα διαφορετική ταινία. Δεν είναι λίγες οι φορές άλλωστε, που όσα δε δείχνει η εικόνα τα υπαινίσσεται το εμπνευσμένο σκορ και ο Disasterpeace το εκμεταλλεύεται αυτό για να δημιουργήσει ένα σάουντρακ που ενώ αφορά μια νεώτερη γενιά δρα κατακλυσμιαία και στις αισθήσεις μιας παλαιότερης.”
Καλύτερα κομμάτια: ‘Heels’, ‘Title’, ‘Detroit’, ‘Lakeward’, ‘Greg’
1) Carol – Κάρτερ Μπάργουελ
”Η ερωτική περιπέτεια της ‘Κάρολ’, διαθέτει τέτοια σκηνοθετική, σεναριακή, ερμηνευτική ειλικρίνεια και καθαρότητα που δεν χρειάζεται εξεζητημένα τεχνάσματα για να συγκινήσει έναν σύγχρονο θεατή. Αυτή τη συναισθηματική, γνήσια εμπειρία που παρουσιάζει η ταινία ακολουθεί και η εξαιρετική μουσική που εμπνεύστηκε και συνέθεσε, ο Κάρτερ Μπάργουελ. Μελωδικά κομμάτια όπου η πιανιστική, μινιμαλιστική προσέγγιση της μουσικής κυριαρχεί, ενώ ενίοτε ενδυναμώνεται από τη συμβολή του κλαρινέτου, της άρπας, του βιμπραφώνου και επιπλέον έγχορδων μουσικών οργάνων (βιολιά και βιόλες) που επιχειρούν να αγγίξουν και να μεταβιβάσουν τον παλλόμενο σφυγμό της ερωτικής ιστορίας. Ειδικά, το εναρκτήριο θέμα (‘Opening), είναι αυτό που επανεμφανίζεται, αποδομημένο και ανασυντιθέμενο, καθ’ όλη τη διάρκεια της προβολής. Ένα καταπληκτικό θέμα, που με όποια ευφάνταστη μέθοδο και αν ενορχηστρωθεί (όπως στα χαρακτηριζόμενα από λεπτότητα και χάρη, ‘Datebook’ και ‘Over There’), καταφέρνει να υποστηρίξει υποδειγματικά την εικόνα και τη ψυχολογία της κάθε προσωπικότητας. Το σκορ της ταινίας συμπληρώνουν μερικά εμβληματικά τραγούδια της δεκαετίας του ’50, με πιο χαρακτηριστική τη χρήση του ‘Easy Living’ του Τέντι Γουίλσον και την αξεπέραστη φωνή της Μπίλι Χόλιντεϊ. Ένα σάουντρακ που μπορεί να μην κρύβει τα εκλεκτικά του δανεικά από τον μινιμαλισμό του Φίλιπ Γκλας, διαθέτει όμως, την οξυδέρκεια να τα ενσωματώσει με τρόπο φροντισμένο και ταιριαστό στο αισθαντικό του σύμπαν. Χάρη στις εν δυνάμει διαχρονικές μελωδίες του, το συναίσθημα που απελευθερώνεται επενεργεί αγόγγυστα και αυτό είναι κάτι που χαρακτηρίζει και κάθε μια από τις ατομικές ακροάσεις.”
Καλύτερα κομμάτια: ‘Opening’, ‘To Carol’s’, ‘Over There’, ‘Letter’, ‘The Times’