Ενα Ρατσιστικο Προεδρικο Διαταγμα Αναστατωνει Την Κινηματογραφικη Κοινοτητα

Μεταξύ των όσων κατάπτυστων δήλωσε (η επικρότηση φρικτών βασανιστηρίων, όπως είναι ο εικονικός πνιγμός) ή ενέκρινε (η υπογραφή προεδρικού διατάγματος για την κατασκευή τοίχους στα σύνορα με το Μεξικό) τις πρώτες μέρες της εξουσίας του, ο 45ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, δυσάρεστη έκπληξη προκάλεσε η προληπτική απόφαση να υπογράψει προεδρικό διάταγμα, που όχι μόνο θα απαγορεύει (προσωρινώς;) την είσοδο στους πρόσφυγες (πλήρη αναστολή για τέσσερις μήνες του τόσο χρήσιμου ομοσπονδιακού προγράμματος μετεγκατάστασης προσφύγων), μα θα αναστείλει τη θεώρηση διαβατηρίου (για τουλάχιστον τρεις μήνες), όσων ανθρώπων προέρχονται από επτά πολύ συγκεκριμένες χώρες (το Ιράκ, το Ιράν, τη Συρία, τη Σομαλία, το Σουδάν, τη Λιβύη, την Υεμένη). Ασταθείς και εύφλεκτες περιοχές στην πλειονότητα, που όμως, στο όνομα της αμερικανικής εθνικής ασφάλειας (έτσι όπως την αντιλαμβάνεται ο αμφισβητούμενος Πρόεδρος) στοχοποιούνται και εξαιρούνται (όχι πάντως, και η Σαουδική Αραβία, ο Λίβανος, η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που έχουν αποδείξει, πως έχουν ισχυρότατους οικονομικούς δεσμούς με την αμερικανική ελίτ, μέρος της οποίας είναι και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ) πλήττοντας τα δικαιώματα του πληθυσμού τους. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, ένας τόσο απαράδεκτος, ασύντακτος και στοχευόμενος αποκλεισμός προκάλεσε σωρεία από προβλήματα: δεκάδες άνθρωποι, υπήκοοι των παραπάνω κρατών, μείνανε εγκλωβισμένοι σε διεθνή αεροδρόμια, εφόσον τους απαγορεύτηκε να επιβιβαστούν σε πτήσεις που είχαν προορισμό την Αμερική. Άλλοι πάλι συνελήφθησαν σε αεροδρόμια της Αμερικής, τη στιγμή που ετοιμαζόντουσαν να ταξιδέψουν ή τη στιγμή που εξερχόντουσαν από κάποια αφιχθείσα πτήση, για να τους γίνει επιπρόσθετος έλεγχος (με γνωμάτευση ομοσπονδιακού δικαστηρίου, η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών απέτρεψε την απέλαση τους). Το κατάφωρα ρατσιστικό προεδρικό διάταγμα, δεν συνυπολόγισε καν, τη διπλή υπηκοότητα πολλών αποκλεισμένων και φυσικά το γεγονός πως ζουν, εργάζονται και φορολογούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Εκτός από την καταδίκη κάποιων χωρών για τη μεταναστευτική και προσφυγική προσέγγιση του Αμερικανού Προέδρου (ως και η Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι, αν και άργησε, εξέφρασε την αντίθεσή της), τα αντίποινα του Ιράν (απαγόρευσε και αυτό με τη σειρά του, την είσοδο σε Αμερικανούς υπηκόους), την έντονη ανησυχία αμερικανικών εταιρειών, που απασχολούν εργαζομένους με καταγωγή από τις προαναφερόμενες χώρες (Apple, Facebook, Google, Microsoft), ένας σημαντικός αριθμός πολιτών κατέκλυσε διεθνείς αερολιμένες και κεντρικά σημεία στις μεγαλύτερες πόλεις της Αμερικής, για να διαδηλώσει.

Το Χόλιγουντ, επιπλέον, που όλο το προηγούμενο διάστημα, δεν σταμάτησε να αντιδρά με κάθε δυνατή μέθοδο στην πιθανότητα να εκλεγεί 45ος Πρόεδρος της Αμερικής ο Ντόναλντ Τραμπ (υποστηρίζοντας, βέβαια, με αδικαιολόγητη και παρατραβηγμένη σθεναρότητα, μια ακόμη πολιτικά αμφίλογη και επικίνδυνη προσωπικότητα), αλλά και μετά την ανεπιθύμητη εκλογή (ενδεικτική είναι η συγκέντρωση διαμαρτυρίας μια ημέρα πριν από την ορκωμοσία έξω από το διεθνές ξενοδοχείο του Ντόναλντ Τραμπ στη Νέα Υόρκη και κατά την ιστορική, πλέον πορεία, που πραγματοποιήθηκε στην Ουάσιγκτον στα πλαίσια του Women’s March), απάντησε αμέσως. Είναι όμως, δύο εικοσιτετράωρα μετά, που άρπαξε την ευκαιρία για να αποστείλει μηνύματα αλληλεγγύης και συμπαράστασης, τη στιγμή που οι αποκλεισμένοι το χρειαζόντουσαν. Στα 23α βραβεία του πολυπληθέστατου και πολυεθνικού σωματείου των ηθοποιών (Screen Actors Guilid) σε μια εορταστική και φορτισμένη βραδιά, κατά την οποία η αφροαμερικανική κοινότητα κατέκτησε κάθε πιθανό κινηματογραφικό βραβείο (εξαίρεση αποτελεί, το βραβείο Α’ Γυναικείου Ρόλου, το οποίο και κέρδισε η  Έμα Στόουν για το ‘La La Land’), προσφέροντας ουκ ολίγα στιγμιότυπα ανόθευτης συγκίνησης, ο καίριος σχολιασμός της επικαιρότητας άφησε το αποτύπωμά του, στους ευχαριστήριους λόγους των νικητών.

Η αναφορά της Τζούλια Λουίς Ντρέιφους (καλύτερη γυναικεία ερμηνεία σε κωμική σειρά για το ‘Veep’) στις ευρωπαϊκές τις ρίζες και την αντιαμερικανική πορεία της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ, η ακλόνητη πεποίθηση της Ταράτζι Π. Χένσον (καλύτερη ερμηνεία από καστ σε ταινία για το ‘Hidden Figures’), πως μόνο με ενότητα μπορούν να υπερκεραστούν οι όποιες διαφορές και να γίνουν επιτευκτοί υψηλοί στόχοι, όπως αυτοί που σκιαγραφούνται στη βιογραφική ταινία για την οποία και κέρδισε, ο χειμαρρώδης και στρατευμένος λόγος του Ντέιβιντ Κ. Χάρμπουρ (καλύτερη ερμηνεία από καστ σε δραματική τηλεοπτική σειρά για το ‘Stranger Things’) και η παράκληση του για μια κοινωνία λιγότερο ναρκισσιστική και περισσότερο υποστηρικτική σε όσους περιθωριοποιούνται από ανθρώπους που προάγουν τη βιαιότητα και το ρατσισμό, καθώς επίσης, ο μεστός λόγος του Μαχερσάλα Αλί (βραβείο Β’ Ανδρικού ρόλου για το ‘Moonlight’), που χρησιμοποίησε τα θρησκευτικά του πιστεύω και την εμπειρία από τα γυρίσματα της ταινίας για να ομιλήσει με τον πιο ανεπιτήδευτο τρόπο, για τις προτιμήσεις που μπορεί να έχει κάποιος απέναντι στο διαφορετικό και το πόσο πιο έξοχο είναι το να επιλέγεις να το σφιχταγκαλιάσεις, να το αγαπήσεις και να διδαχθείς από αυτό. Ευχαριστήριοι λόγοι από αντιπροσώπους ενός συστήματος, που όμως, κατάφεραν να αξιοποιήσουν το βήμα που τους δόθηκε, για να προσεγγίσουν την ουσία του προβλήματος, τη στιγμή δε που χιλιάδες ανώνυμοι συμπολίτες διαδήλωναν σε πλείστα σημεία της χώρας.

Κατά μια ερμηνεία, η παραπάνω βραδιά έδωσε το στίγμα της, για το τι πρόκειται να συμβεί και στην αναμενόμενη 89η τελετή απονομής των κινηματογραφικών βραβείων Όσκαρ. Μια ακόμη πιο αστραφτερή, πολυδάπανη και υπερεκτιμημένη τελετή που όμως, ένεκα και των έκτακτων κοινωνικοπολιτικών περιστάσεων, προμηνύεται περισσότερο πολιτική από κάθε άλλη προηγούμενη. Πόσο μάλλον, όταν οι εκπρόσωποι δύο προτεινόμενων ταινιών, καθότι όλα υποδεικνύουν, θα απουσιάζουν από την πιο σημαντική κινηματογραφική διοργάνωση της Αμερικής. Η ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων στις 24 Ιανουαρίου, πρόσφερε αρκετά χαμόγελα ικανοποίησης στον Ιρανό σκηνοθέτη και το επιτελείο του ‘Εμποράκου’, μιας και η εν λόγω ταινία (δικαίως) προτάθηκε στην κατηγορία της ξενόγλωσσης κατηγορίας. Ανάλογο αντίκτυπο είχε και για τους συντελεστές του ‘White Helmets’, η είδηση της υποψηφιότητας στην κατηγορία του ντοκιμαντέρ μικρού μήκους. Ευχαρίστηση και για τις δύο πλευρές, που όμως μετριάστηκε αιφνίδια, μιας και η απαγόρευση που επέβαλε με προεδρικό διάταγμα, ελάχιστες ημέρες αργότερα, ο Ντόναλντ Τραμπ, επηρεάζει τη δικαιωματική εκπροσώπηση αυτών των ταινιών. Αφαιρεί, δηλαδή, το δικαίωμα όσων συντελεστών έχουν καταγωγή από τις απαγορευμένες χώρες να παραστούν. Συνέπεια που πιστοποιεί, για μια ακόμη φορά, το πόσο προβληματική, προσβλητική και απερίσκεπτη είναι η απόφαση. Κάτι τέτοιο, βεβαίως, δεν έμεινε αναπάντητο από την πλευρά των αποκλεισμένων υποψηφίων και μάλιστα, όπως θα δούμε, η στάση που διατήρησαν και ο λόγος που διατύπωσαν είναι πολύ πιο ουσιαστικά και αιχμηρά από οποιαδήποτε πολιτικοποιημένη αναφορά σε κάποια λαμπερή εκδήλωση.

Πριν φανούν οι ποικίλες συνέπειες της απαγόρευσης και αντιδράσουν οι κινηματογραφικοί αστέρες και κάθε λογής πολίτες, η σπουδαία Ιρανή ηθοποιός Ταρανέ Αλιντουστί, μέσα από τον προσωπικό της λογαριασμό στο Τwitter (με μεγάλη επισκεψιμότητα στην πατρίδα της), απάντησε με άμεσο και δυναμικό τρόπο. Πρωταγωνίστρια στον ‘Εμποράκο’  του κορυφαίου Ιρανού σκηνοθέτη Ασγκάρ Φαραντί και προασπιστής των γυναικείων δικαιωμάτων σε μια χώρα που απαγορεύει οποιαδήποτε έννοια ισότητας μεταξύ ανδρών – γυναικών, η Ταρανέ Αλιντουστί, ναι μεν δέχθηκε με χαρά την υποψηφιότητα του ‘Εμποράκου’ στην κατηγορία της ξενόγλωσσης ταινίας, η ίδια πάντως, αποφάσισε να μποϊκοτάρει την πολυαναμενόμενη τελετή ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τους περιορισμούς. Συντασσόμενη με τη συντριπτική πλειοψηφία του Ιράν, η συνειδητοποιημένη καλλιτέχνιδα έδειξε αμέσως, τη δυσαρέσκεια της για το διάταγμα αυτό, χαρακτηρίζοντας το ρατσιστικό. Η στάση τούτη έχει την αξία της, πολλώ δε μάλλον, όταν δηλώνει χωρίς περιστροφές, πως θα παραμείνει αμετακίνητη στην απόφαση της, ακόμη και αν δεν αντιμετωπίσει η ίδια πρόβλημα με την αμερικανική βίζα.

Ο ίδιος ο αναγνωρισμένος και πολυβραβευμένος Ιρανός σκηνοθέτης (μην ξεχνάμε πως ο Ασγκάρ Φαραντί κατέκτησε το πρώτο ξενόγλωσσο Όσκαρ για το Ιράν με το συγκλονιστικό, ‘Ένας Χωρισμός’, το 2011, ενώ είναι και αξιότιμο μέλος της Ακαδημίας Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών) προτίμησε τους ευυπόληπτους New York Times για να ανακοινώσει τις προθέσεις και τις ιδέες του σε ένα κείμενο αντάξιο της τόσο ξεχωριστής ιδιοσυγκρασίας του. Σε αυτό επεξηγεί αναλυτικά, πως παρά τις απαγορεύσεις που ανακοινώθηκαν για τους πρόσφυγες και τους πολίτες επτά μουσουλμανικών χωρών στις 25 Ιανουαρίου, είχε σκοπό να παραβρεθεί στην τελετή για να εκφράσει τις απόψεις του για τα ανησυχαστικά γεγονότα στον Τύπο, σημειώνοντας ταυτόχρονα πως γνωρίζει πως πολλά από τα μέλη της Ακαδημίας είναι εντελώς αντίθετα στον εξτρεμισμό και τον φανατισμό. Ο Ασγκάρ Φαραντί σκόπευε να είναι στην τελετή μαζί με τον διευθυντή φωτογραφίας Χοσέιν Τζαφαριάν και όχι να απέχει ή να την μποϋκοτάρει, η άμεση εφαρμογή του διατάγματος όμως, τον ανάγκασε να αρνηθεί και εκείνος με τη σειρά του. Ενδεικτικά αναφέρει, πως δεν μπορεί να γίνει παραδεκτό από τη δική του πλευρά, το ενδεχόμενο της παρουσίας του να ακολουθείται με ‘εάν’ και ‘αλλά’, ακόμη και αν υπήρχε άλλη αντιμετώπιση για τη δική του μετακίνηση (αν εξαιρούνταν). Στο κείμενο αυτό, ο σκηνοθέτης συνεχίζει και γνωστοποιεί ότι θα έλεγε στον αμερικανικό Τύπο, αν οι συνθήκες ήταν πιο ευνοϊκές και εκείνος κατάφερνε να δώσει το παρών στην απονομή. Με λίγες λέξεις, ο Ασγκάρ Φαραντί τοποθετείται κατά των σκληροπυρηνικών (είτε εκείνοι προέρχονται από την Αμερική είτε από το Ιράν) και αυτό είναι κάτι που το πράττει, εφόσον πρώτα εξηγεί τη νοοτροπία που τους διακρίνει (”εμείς και αυτοί”), το πως μετατρέπουν τις διαφορές των λαών σε διαφωνίες, τις διαφωνίες σε έχθρες και τις έχθρες σε φόβους, για να δικαιολογήσουν αποτρόπαιες και διχαστικές συμπεριφορές. Προτάσσει, όμως, στο τέλος τις ομοιότητες των ανθρώπων ως ανάχωμα, παρά τις πολιτισμικές και θρησκευτικές διαφορές.

Το να ταπεινώνει μια χώρα (Αμερική), με προσχηματικό κίνητρο (ασφάλεια), έναν άλλο λαό (Ιράν ή κάποια από τις υπόλοιπες έξι χώρες), μονάχα κίνδυνο θα μπορούσε να καλλιεργήσει για τη μελλοντική ισορροπία μεταξύ των κρατών και αυτό είναι κάτι που το αντιλαμβάνεται και το επισημαίνει, ο Ασγκάρ Φαραντί, μέχρι να φτάσει στο σημείο να καταδικάσει τις τόσο άδικες και απαξιωτικές συνθήκες που επεβλήθησαν, όχι μόνο στους συμπατριώτες του, μα και στους πολίτες των άλλων χωρών. Αναντίρρητα πολιτικός ο λόγος από έναν σκηνοθέτη, που καταφέρνει με αριστοτεχνικό τρόπο σε κάθε καινούργια του ταινία να καταφερθεί με υπαινικτικό και έμμεσο τρόπο απέναντι σε ένα θεοκρατούμενο καθεστώς, που προσβάλλει τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη θέση της γυναίκας, την ελευθερία του λόγου ή της έκφρασης.

Στην 84η τελετή απονομής των βραβείων Όσκαρ, ο Ασγκάρ Φαραντί θα κέρδιζε το βραβείο στην ξενόγλωσση κατηγορία, για ένα αριστουργηματικά δομημένο, αγωνιώδες δράμα, που λειτουργούσε και ως υποδειγματική τοιχογραφία της ιρανικής κοινωνίας. Σε μια σκοταδερή περίοδο, όπου το Ιράν βρισκόταν απομονωμένο από τον δυτικό κόσμο (του είχαν επιβληθεί οικονομικές κυρώσεις, για την κατασκευή εργοστασίων εμπλουτισμού) και Πρόεδρος ήταν ο άμετρα συντηρητικός, Μαχμούτ Αχμεντινετζάντ (άνθρωποι των γραμμάτων, των τεχνών, των επιστημών και κάθε λογής ακτιβιστές και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκδιώχθηκαν, φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν, κατά τη θητεία του), ο Ασγκάρ Φαραντί θα παραλάμβανε ελαφριά συγκινημένος το βραβείο. Στον λόγο του και λίγο πριν αποχωρήσει από το πόντιουμ, θα αφιέρωνε τη νίκη στον λαό της πατρίδας του και τους ανθρώπους που τρέφουν σεβασμό για όλες τις κουλτούρες και τους πολιτισμούς, ενώ συνάμα περιφρονούν την έχθρα και τη μνησικακία. Λόγια που μέσα σε πολύ λίγα χρόνια, αποκτούν μια αλλότρια διάσταση από τη στιγμή που έχουν αλλάξει τόσο τα πράγματα και η Αμερική αποδεικνύεται μια χώρα παρεκκλίνουσα, που δεν επιθυμεί να ακολουθήσει τις δημοκρατικές αρχές και το πολυφυλετικό και πολυπολιτισμικό πλαίσιο επάνω στο οποίο θεμελιώθηκε. Με μια λιτή, αν και λίγο καθυστερημένη, ανακοίνωση, η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, που είθισται να γεφυρώνει – με τις επιλογές, τις ενέργειες και τα μέλη που την αποτελούν – τα σύνορα, καθώς και να στηρίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, θα εξέφραζε τη λύπη της, που ο Ασγκάρ Φαραντί και οι συντελεστές του ‘Εμποράκου’ δεν θα μπορέσουν να παραβρεθούν στην φετινή απονομή, λόγω του τόπου καταγωγής και της θρησκείας τους.

Η ανακοίνωση της Αμερικανικής Ακαδημίας, βέβαια, είναι προσεκτικά διατυπωμένη, έτσι ώστε να μην στοχοποιεί τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση που ψήφισε και εφαρμόζει ένα προεδρικό διάταγμα που εκθέτει και διακρίνει τους πολίτες της με βάση την καταγωγή και το θρήσκευμα. Επίσης, δείχνει πως αγνοεί ή θεωρεί μείζονος σημασίας το γεγονός, πως μια άλλη παραγωγή, που είναι υποψήφια δεν θα μπορέσει να φέρει τους ανθρώπους που επιθυμεί στην απονομή. Το επίκαιρο, βρετανικής παραγωγής, μικρού μήκους ντοκιμαντέρ White Helmets (‘Λευκά Κράνη’), που έχει γυριστεί στην εμπόλεμη περιοχή της πολύπαθης Συρίας και καταγράφει τις παράτολμες προσπάθειες, μιας ομάδας διασωστών – εθελοντών (Σώμα Πολιτικής Προστασίας της Συρίας) να περισώσουν όσους περισσότερους ανθρώπους μπορούν, υπόκειται και τούτο στους περιορισμούς του προεδρικού διατάγματος, μιας και όπως ανακοίνωσε ο σκηνοθέτης του έργου Ορλάντο φον Άισιντελ και η παραγωγός Τζοάνα Νατασεγκάρα είχαν σκοπό να προσκαλέσουν στην απονομή τον αρχηγό της ανθρωπιστικής οργάνωσης Ράεντ Σαλέχ, καθώς και τον εικονολήπτη Καλέντ Καντίμπ, ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στο να καταγράψει τα πλάνα στα βομβαρδισμένα σημεία. Άνθρωποι, οι οποίοι έχουν προσφέρει τη ζωή τους (αν και υπάρχουν αντικρουόμενες πληροφορίες για τη δράση και τις διασυνδέσεις της οργάνωσης) δεν θα μπορέσουν να βρεθούν στην τελετή απονομής. Κατόπιν τούτου, τόσο το ‘Τόνι Έρντμαν‘ της Μάρεν Άντε που είναι φαβορί στην ξενόγλωσση κατηγορία όσο και το ‘4.1 Miles‘ της Δάφνης Ματζιαράκη ή το ‘Watami: My Homeland‘ του Μαρσέλ Μέτελσφιλντ, που είναι φαβορί στην κατηγορία του ντοκιμαντέρ μικρού μήκους, βλέπουν τις πιθανότητές τους, να εξανεμίζονται μπροστά στην επιλογή που έχουν τα μέλη της Ακαδημίας να κάνουν μια αναγκαία πολιτική δήλωση. Στο ντοκιμαντέρ μικρού μήκους, πάντως, όποια ταινία και αν κερδίσει το βραβείο, η δήλωση θα γίνει από τη στιγμή που και οι τρεις παραγωγές έχουν στο επίκεντρο τους Σύρους. Συνεπώς, το ενδιαφέρον έγκειται στο αν θα επικρατήσει ‘Ο Εμποράκος‘ του Ασγκάρ Φαραντί και ποιος θα παραλάβει το βραβείο.

Share