Μαθαινοντας Να Κανεις Σκειτ Σε Εμπολεμη Ζωνη (Αν Εισαι Κοριτσι)

Από το 1978 και τον πολυετή, σοβιετικό πόλεμο στο Αφγανιστάν, που οδήγησε σε εμφύλιο σπαραγμό και την επικράτηση ενός θρησκευτικού κινήματος, έως το 2001 και την εισβολή των Αμερικανών, που κατέληξε στην ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν, μα και στις προσπάθειες των μαχητών του ISI-K να καταλάβουν την εξουσία, όταν το Ισλαμικό Κράτος κήρυξε μονομερώς την ίδρυση του Χαλιφάτου, η εξαθλίωση ταλαιπωρεί τη χώρα (το 52% των Αφγανών ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας). Λαμβάνοντας υπόψη πως τα παιδιά και οι νέοι αποτελούν πάνω από τα δύο τρίτα του πληθυσμού του Αφγανιστάν (περίπου, το 63,7% των Αφγανών είναι κάτω των εικοσιπέντε χρονών) και η ίδια η Καμπούλ φιλοξενεί περίπου δέκα φορές τον πληθυσμό της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της ασιατικής χώρας (της Κανταχάρ, που ο πληθυσμός της εκτιμάται στις πεντακόσιες χιλιάδες), μπορεί κανείς να καταλάβει την έκταση του προβλήματος και πώς τούτο, σε σεβαστό βαθμό, εντοπίζεται στην πρωτεύουσα. Το πώς επιπλέον, οι βίαιες συγκρούσεις και οι θεοκρατικές πεποιθήσεις, εμποδίζουν την ελεύθερη πρόσβαση στην εκπαίδευση (υπολογίζεται ότι 3,7 εκατομμύρια παιδιά βρίσκονται εκτός σχολείου στο Αφγανιστάν, με το 60% απ’ αυτά να είναι κορίτσια). Αναμφισβήτητα, αποκαρδιωτικά δεδομένα, που πάντως, χάρη στην παραδειγματική στάση λίγων ατόμων, ένα μικρό κομμάτι του Αφγανιστάν συνεχίζει να ελπίζει και να ονειρεύεται.

Το 2011, ο πρωτάρης σκηνοθέτης και σεναριογράφος Ορλάντο φον Άισιντελ παρουσίασε το ‘Skateistan: To Live and Skate Kabul’. Ένα ντοκιμαντέρ μικρού μεγέθους που καταγράφει και συστήνει στον κόσμο το εκπαιδευτικό έργο μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης, στην πολύπαθη πρωτεύουσα του Αφγανιστάν. Το αξιέπαινο και τολμηρό εκπαιδευτικό έργο που συγκεράζει τη δημιουργία με το σκέιτ: η γνωριμία με μια σειρά από ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα, τον πολιτισμό, τη διατροφή και το περιβάλλον γίνεται μέσα από τις τέχνες και τον αθλητισμό. Εστιάζοντας σε πληθυσμιακές ομάδες που είθισται να αποκλείονται από αθλητικές και εκπαιδευτικές ευκαιρίες (κατά κύριο λόγο, κορίτσια, παιδιά με αναπηρίες και άτομα με ανεπαρκές εισόδημα) η ιδρυθείσα από τον Αυστραλό σκεϊτά και ερευνητή Όλιβερ Περκοβιχ φιλανθρωπική οργάνωση (Σκεϊτιστάν), πρότεινε μια αντίληψη που ευθύς εξαρχής αγαπήθηκε από παιδιά που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες. Που έδωσε σε περισσότερα παιδιά την αφορμή να αποκτήσουν γνώσεις και σε μερικά από αυτά τη δυνατότητα να γραφτούν στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης. Χρόνια μετά, το Σκεϊτιστάν, δείχνει πως έχει εδραιωθεί, μιας και απευθύνεται σε χιλιάδες παιδιά, όχι μονάχα στο καθημαγμένο από τον πόλεμο και τη συνεπακόλουθη ανέχεια Αφγανιστάν, αλλά και στην Καμπότζη και τη Νότια Αφρική. 

Το ‘Skateistan: To Live and Skate Kabul’, όμως, δεν είναι η μόνη ταινία τεκμηρίωσης που καταπιάνεται με μια οργάνωση που ακολουθεί έναν τόσο ξεχωριστό και αποτελεσματικό, παιδαγωγικό τρόπο, για να ενδυναμώσει παιδιά που διαβιούν στο περιθώριο και το έχουν αληθινά ανάγκη. Έχοντας δώσει τα διαπιστευτήρια της με ένα αρκετά καλό ντεμπούτο που αποτυπώνει την οικοδόμηση ενός αφγανικού στρατού υπό τις υποδείξεις στρατιωτών της αμερικανικής εθνικής φρουράς, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τους Ταλιμπάν (‘Camp Victory, Afghanistan’, 2010) η σκηνοθέτιδα, μοντέρ και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης Κάρολ Ντάισινγκερ, ξαναεπισκέπτεται την περιοχή του Αφγανιστάν και το περίφημο Σκεϊτιστάν, στη δεύτερη ταινία μιας άτυπης τριλογίας έργων που συνδέονται από τ’ ότι λαμβάνουν δράση στο Αφγανιστάν, μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001. Και το ενδιαφέρον είναι πως σε αντίθεση με τον Ορλάντο φον Άισιντελ, η δική της προσέγγιση περισσότερο έχει να κάνει με τα κορίτσια που παρακολουθούν το πρόγραμμα του πρώτου σχολείου σκέιτ. Τα κορίτσια που ως γνωστόν, κάθε άλλο παρά έχουν τα ίδια δικαιώματα με τα αγόρια σε μια παραδοσιακά πατριαρχική και συντηρητική, μουσουλμανική κοινωνία σαν το Αφγανιστάν: αδυνατούν να εκφραστούν και να κυκλοφορήσουν ελεύθερα. Έχουν πάντως, υψηλά αποθέματα αντοχής και προθυμία μεγάλη να μάθουν πράγματα ακόμη και σε συνθήκες περιοριστικές. Κάτι που πιστοποιείται περίτρανα στο μακρόσυρτα τιτλοφορημένο, απολαυστικό από το πρώτο έως το τελευταίο του δευτερόλεπτο ‘Μαθαίνοντας να Κάνεις Σκέιτ σε Εμπόλεμη Ζώνη (αν είσαι Κορίτσι)’ – στην εξαιρετική μεσαίου μεγέθους ταινία, που παρά τη δυσκολία των γυρισμάτων, βρίσκει τον τρόπο να προβάλει την ασφυκτική και στερημένη πραγματικότητα που δεσπόζει, αλλά και να δώσει ψήγματα ελπίδας ενάντια στην περιρρέουσα αποκαρδιωτική ατμόσφαιρα.

Από το ξεκίνημα της ταινίας, η Κάρολ Ντάισινγκερ, αναδεικνύει το πώς είναι να μεγαλώνεις σε μια ισοπεδωμένη και επικίνδυνη πόλη σαν την Καμπούλ, όταν και περιδιαβαίνει με την κάμερα, τους επικαλυμμένους με χαλάσματα και περιβεβλημένους με απειλή δρόμους της πρωτεύουσας του Αφγανιστάν. Τους δρόμους που χάρη στις απαγορεύσεις που εδώ και δεκαετίες ισχύουν, μονοπωλούν με την επικυριαρχική τους παρουσία οι άνδρες. Δεκαεπτά χρόνια μετά από την πτώση των Ταλιμπάν, και η ασιατική χώρα εξακολουθεί να παραμένει τόπος ακατάλληλος και εφιαλτικός για μια γυναίκα. Τόπος που τα θεμελιώδη δικαιώματα των τελευταίων καταπατούνται: είτε γιατί υποχρεώνονται να παντρευτούν σε νεαρή ηλικία και συχνά πέφτουν θύματα ενδοοικογενειακής βίας, είτε παρά τη μικρή πρόοδο που έχει σημειωθεί σε θέματα εκπαίδευσης, γιατί δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες στον δημόσιο βίο.  

Γι’ αυτό και σε ένα μέρος σαν και αυτό, η ύπαρξη ενός οργανισμού όπως είναι το Σκεϊτιστάν θεωρείται σημαντική. Αν μη τι άλλο, για τα κορίτσια που είναι μικρά σε ηλικία ή βρίσκονται πριν από το κατώφλι της εφηβείας. Για τα κορίτσια που προέρχονται από τα πιο φτωχά και εθιμοτυπικά στρώματα της αφγανικής κοινωνίας και δεν έχουν προσβασιμότητα ούτε στα πλέον στοιχειώδη. Κόντρα σε ό,τι επιτάσσουν οι πατροπαράδοτοι πνιγηροί κανονισμοί, οι ανάγκες που δημιουργούν οι ελλείψεις βασικών υλικών, μέσων ή πόρων και οι εξωτερικοί ένοπλοι κίνδυνοι που ελλοχεύουν ανά πάσα στιγμή, ορισμένα από τούτα κατορθώνουν να περάσουν τις πύλες του Σκεϊτιστάν. Πράγμα που σημαίνει πως μαθαίνουν να γράφουν, να διαβάζουν, να σκέφτονται και να συζητούν, συνδυαστικά με το να κάνουν σκέιτ. Να ασκούν το πνεύμα και το σώμα, με την προσδοκία πως θα κινητοποιηθούν ώστε να ενταχθούν στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης. Όπως η Χανιφά και η αδερφή της, που παρότι πουλούσαν τσάι για να επιβιώσουν οι ίδιες και η φτωχή οικογένειά τους, όχι μονάχα παρακολούθησαν το πρόγραμμα του Σκεϊτιστάν και διδάχθηκαν πράγματα σε αυτό, αλλά τώρα εργάζονται ως δασκάλες σκέιτ και με τη σύμφωνη γνώμη της βιοπαλαίστριας οικογένειας, ευελπιστούν να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο (η Χανιφά δε που λατρεύει και το σκέιτ, να λάβει μέρος σε διεθνείς αγώνες). Μιας οικογένειας που όπως οι πιο πολλές, δεν αντέδρασαν καταφατικά στην προοπτική της παρακολούθησης ενός τέτοιου προγράμματος. Που η μητέρα,  εξαιτίας των μακροχρόνιων πολεμικών συρράξεων και του αγώνα για διατήρηση στη ζωή, δεν πήγε στο σχολείο – που πρόσθετα, εξαναγκάστηκε να παντρευτεί σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών.

Η Κάρολ Ντάισινγκερ, στον λίγο χρόνο που έχει στη διάθεσή της, προσεγγίζει το περιβάλλον που μεγαλώνουν ορισμένα από αυτά τα κορίτσια – όπως και τον ενδιάμεσο χώρο που είναι δημόσιος (και κινδυνώδης), όμως εκεί που πραγματικά επικεντρώνεται είναι στα μαθήματα που διεξάγονται σε μια μικρή αίθουσα με καρέκλες και θρανία και σε έναν αχανή χώρο που έχει κατασκευαστεί ένα πάρκο για σκέιτ. Με χιούμορ και περιέργεια, και αφού πρώτα έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των μαθητριών και των δασκάλων τους, απεικονίζει στιγμιότυπα από την εκπαιδευτική διαδικασία, και δείχνει το πώς και μόνο που βρίσκονται τα κορίτσια αυτά εκεί, είναι μια πράξη θάρρους. Μια ενέργεια θαρρετή που ενεργοποιεί συναισθήματα και δεξιότητες που διαφορετικά θα έμεναν κρυμμένα, δηλαδή καταπιεσμένα. Με την ίδια λαχτάρα που μαθαίνουν να κάνουν αριθμητικές πράξεις και το αλφαβητάριο, διδάσκονται να ισορροπούν και να σπρώχνουν μια σανίδα σκέιτ. Το πιο σπουδαίο, μαθαίνουν τον εαυτό τους. Γι’ αυτό κι αν και η ιδέα του ιδιόμορφου αθλήματος, εκ πρώτης όψεως, παραξενεύει, βλέποντας κάποιος το ντοκιμαντέρ αντιλαμβάνεται πως αυτό είναι από τα πιο κατάλληλα.

Αν και όπως σημαίνεται σε μια εύστοχη αντιπαραβολή του μέσα με το έξω (η σεκάνς που η κάμερα κινείται σε δρόμους που υπάρχουν μονάχα άρρενες, δίνοντας την αίσθηση του να είναι κανείς σε μια σανίδα σκέιτ), τα κορίτσια απαγορεύεται να κάνουν σκέιτ σε εξωτερικό χώρο, εκείνα βιώνουν την ελευθεριότητα και τη δυναμική που προσφέρει ένα τέτοιο σπορ ακόμη και μέσα σε ένα κλειστό και καλά προφυλασσόμενο μέρος. Και μόνο να δει κάποιος τα γιομάτα θέληση και χαρά πρόσωπα της Αμιζά, της Ρειχανά, της Καλιδά ή της Μίνα, κάθε φορά που ανεβαίνουν στη σανίδα, είναι αρκετό για να κατανοήσει του λόγου το αληθές. Χάρη στην υποστήριξη της Χανιφά, αλλά και της Ραζία η οποία είναι καθηγήτρια γλώσσας και μαθηματικών (και έτερων δασκάλων που για αυτονόητους, οικογενειακούς λόγους, δεν αποδέχθηκαν να παρουσιάσουν τα χαρακτηριστικά τους) ή της Φατιμά που είναι βοηθητική υπάλληλος που συνδράμει με κάθε τρόπο τις μαθήτριες (ενώ συνάμα η ίδια έχει επωμιστεί την ευθύνη να επισκέπτεται περιοχές που είναι πάμπτωχες, για να ενημερώνει οικογένειες που δεν γνωρίζουν το πρόγραμμα του Σκεϊτιστάν), τα κορίτσια αυτά μαζί με δεκάδες άλλα που δεν κατονομάζονται, σε διάστημα τριών μόλις εξαμήνων, μαζί με τις άλλες γνώσεις που αποκτούν, μαθαίνουν να στέκονται στο σκέιτ, να το σπρώχνουν, να ελέγχουν τη σανίδα και να ανεβαίνουν τη ράμπα (κατά κάποιο τρόπο, τα μαθήματα τούτα, χωρίζουν σε κεφάλαια και την ταινία). Να έρχονται αντιμέτωπες με τις φοβίες τους, για να επιτύχουν το τελευταίο και ακόμη κι αν δεν τα καταφέρνουν με την πρώτη, με γρηγοράδα να ξανασηκώνονται και να προσπαθούν εκ νέου. Να χαίρονται με την ψυχή τους και να απολαμβάνουν τη στιγμή, επίσης, αντί για να στενοχωριούνται, κάτι που διαπιστώνεται και όταν η Ραζία, επιχειρεί να τους επεξηγήσει το συναίσθημα της δυσαρέσκειας, λίγο προτού πέσουν οι τίτλοι τέλους.

Οποιαδήποτε στιγμή ένα κορίτσι μπορεί να απαχθεί, να κακοποιηθεί και να δολοφονηθεί στην Καμπούλ ή τα περίχωρα του Αφγανιστάν. Οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να γίνει κάποια βομβιστική έκρηξη από τους Ταλιμπάν και να οδηγήσει σε εκατόμβη νεκρών. Οποιαδήποτε στιγμή μπορεί οι τελευταίοι να συνθηκολογήσουν ή να πολεμήσουν με τους κυβερνώντες και να αναλάβουν για ακόμη μια φορά τα ηνία. Οποιαδήποτε στιγμή μπορεί οι γυναίκες και πάλι να φορέσουν μπούργκα και η εκπαίδευση να απαγορευτεί για εκείνες και τα παιδιά τους, όταν οι Ταλιμπάν κυριαρχήσουν. Με την κατάσταση που επικρατεί στο Αφγανιστάν, να είναι οριακή (τεταμένη και ριψοκίνδυνη), μια οργάνωση σαν το Σκεϊτιστάν δεν επιλύει το πολυδιάστατο πρόβλημα μιας κατακερματισμένης και κατεστραμμένης κοινωνίας, πάντως δίνει κουράγιο και κάποια εφόδια σε όσα παιδιά συμμετέχουν και δεν έχουν τη δυνατότητα να το πράξουν με διαφορετικό τρόπο, για να ανταπεξέλθουν στις καθημερινές προκλήσεις.

Ένεκα της πρότερής της εμπειρίας με ένα έργο όπως είναι το ‘Camp Victory, Afghanistan’ μα και της διασύνδεσής της με τον σκηνοθέτη του ‘Skateistan: To Live and Skate Kabul’, όταν ο  τελευταίος πρότεινε στην παραγωγό εταιρεία (Grain Media), μια ταινία για τα κορίτσια του Σκεϊτιστάν, αμέσως στράφηκαν στο πρόσωπο της Κάρολ Ντάισινγκερ. Παρά το διαφορετικό πολιτισμικό της υπόβαθρο, το γεγονός πως εκτός από κινηματογραφική δημιουργός είναι και αναπληρώτρια καθηγήτρια, τη βοήθησε να έρθει σε επαφή με τα παιδιά (ως προς αυτό συνέβαλε και η αφγανικής προέλευσης, μεγαλωμένη στη Γερμανία, μαθήτριά της Ζαμαρίν Βιχντάτ), όπως επιπλέον να χτίσει σχέση ειλικρίνειας με τις δασκάλες του Σκεϊτιστάν (αν και καθώς παρατηρούμε ορισμένες από τούτες αρνήθηκαν να εμφανιστούν στην κάμερα). Για να διευκολυνθεί επίσης, παραπάνω, η διαδικασία των γυρισμάτων, προσλήφθηκε η Ταμάμ Ειζάι, μια Αφγανή σκηνοθέτρια που στην προκειμένη, ανέλαβε χρέη ηχολήπτριας αλλά και μεταφράστριας, καθόσον η Κάρολ Ντάισινγκερ δεν γνώριζε καλά τη γλώσσα των Αφγανών (συγκεκριμένα, την Νταρί) και δεν ήθελε να χαραμίσουν πολύτιμο χρόνο γι’ αυτό (αφορμής δοθείσης, μακροπρόθεσμα, επιδιωκόμενο της Κάρολ Ντάισινγκερ είναι να δημιουργήσει μια κινηματογραφική κοινότητα στην οποία οι Αφγανές γυναίκες θα έχουν τον κυριότερο λόγο). Τ’ ότι και η προγενέστερή της ταινία πραγματοποιήθηκε στο Αφγανιστάν και δη ένα όχι αμελητέο κομμάτι της, πέρα από τους χώρους στρατιωτικής εκπαίδευσης, στις κατοικίες των Αφγανών αξιωματικών, της έδωσε μια μεγάλη άνεση στο γύρισμα (σημειωτέον, ουδείς άνδρας σκηνοθέτης ή έτερης ειδικότητας, δεν θα μπορούσε να φιλοξενηθεί στο εσωτερικό τούτων, πολλώ δε μάλλον να καταγράψει με τον φακό), που αντικατοπτρίζεται στις σκηνές που εξελίσσονται σε εξωτερικά περιβάλλοντα, ή και στα οικήματα μερικών χαρακτήρων.

Στις σκηνές που όπως και σε εκείνες που διαδραματίζονται στις αίθουσες των μαθημάτων (γλώσσας ή σκέιτ), η διευθύντρια φωτογραφίας Λίσα Ρίνζλερ αντιλαμβανόμενη τους όρους και τους περιορισμούς, κινήθηκε με αμεσότητα και αποφασιστικότητα, εκμεταλλευόμενη κάθε σπιθαμή χώρου και αχτίδα φωτός. Και βέβαια, χωρίς διάθεση να εξιδανικεύσει οπτικά μια κατάσταση, που κάθε άλλο παρά είναι τέτοια, παρά την αξιοθαύμαστη απόπειρα του Σκεϊτιστάν. Όσο κι αν τα πολύχρωμα ρούχα των μικρών κοριτσιών προσθέτουν ωραιότητα, η σκόνη και το γκριζωπό που επικρατούν στην πρωτεύουσα του Αφγανιστάν, πρυτανεύουν και στην εικόνα. Επίσης, τ’ ότι ένα σύνολο από στιγμιότυπα γυρίστηκαν με την κάμερα στο χέρι ή με ελάχιστη απόσταση από τις πρωταγωνίστριες, εκτός του ότι υπηρετεί την ενέργεια και τη φυσιογνωμία των τελευταίων, εναρμονίζεται και με το δυσμενές και εκρηκτικό κλίμα που συναπαντάει κάποιος στην ευρύτερη επικράτεια της χώρας. Μια ατμόσφαιρα που είτε με τη μορφή επειγόντων τηλεοπτικών ειδήσεων είτε με τη μορφή ανησυχαστικών λεκτικών περιγραφών παρεμβάλλεται σε ουκ ολίγιστα σημεία της ταινίας. Η μοντέρ Μάρι Μανχάρντ είχε δύσκολο έργο, μιας και εκτός του ό,τι έπρεπε να διαχειριστεί πτυχώσεις που δεικνύουν την κρεμάμενη από μια λεπτή κλωστή, εύθραυστη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα αλλά και γυρίσματα που διαμοιράζονται ανάμεσα σε ενδιαιτήματα που παρέχουν ασφάλεια και τάξεις που καλλιεργούν το πνεύμα και γυμνάζουν το σώμα, όφειλε να ακολουθήσει και μια αφηγηματική ροή που να επιβεβαιώνει τη βελτίωση των ανήλικων συμμετεχόντων σε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα όπως είναι αυτό που εφαρμόζεται στους χώρους του Σκεϊτιστάν. Παρά τα πολυάριθμα κοψίματα και τις συνεχόμενες εναλλαγές σκηνών, μια ροή γραμμικής φύσεως, που φανερώνει τη βαθμιδωτή εξέλιξη των άνηβων μαθητριών, τόσο στη γλώσσα και την αριθμητική, ή και την κριτική σκέψη και την εξωτερίκευση συναισθημάτων όσο και στη χρησιμοποίηση μιας σανίδας σκέιτ, που επενεργεί το ίδιο καταλυτικά στη διαμόρφωση.  

Share